Δεν ξάφνιασαν τους διεθνείς παρατηρητές οι πρόσφατες δηλώσεις του δημάρχου του Ασοταλόμ, μιας μικρής ουγγρικής πόλης στα σύνορα με τη Σερβία, που προτρέπει σε κυνήγι προσφύγων και μεταναστών από δυνάμεις της πολιτοφυλακής. Η επί δυόμισι αιώνες μονολιθική, αυταρχική εξουσία της πιο ανελεύθερης χώρας της Ευρώπης που τελούσε υπό μόνιμη κατοχή, στριμωγμένη αρχικά ανάμεσα στις τότε Μεγάλες Δυνάμεις και μετά την αιματηρή επανάσταση του 1956 υπό την καταπίεση του σοβιετικού δεσποτισμού, εξακολουθεί ακόμα σήμερα να συμπεριφέρεται και να αντιδρά στο πνεύμα μιας μεγάλης ιστορικής αυταπάτης.
Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι ο κομμουνιστής ηγέτης της μεταπολεμικής περιόδου Γιάνος Καντάρ παραμένει ακόμα και σήμερα δημοφιλής. Η αντιμεταναστευτική πολιτική της Ουγγαρίας, όμως, ανησυχεί τους έμπειρους παρατηρητές στην Ευρώπη καθώς διατρέχει την ξενοφοβική κοινωνία της που ιστορικά απεδείχθη από τις περισσότερο αντισημιτικές κοινωνίες της ηπείρου μας.
Ο ουγγρικός αντισημιτισμός που εκδηλώνεται με διάφορες προσχηματικές μορφές στις μέρες μας, όπως με την ανέγερση ανδριάντων συνεργατών των Γερμανών που πρωτοστάτησαν στις διώξεις των πολυπληθέστερων κοινοτήτων Εβραίων και Ρομά επί ευρωπαϊκού εδάφους, δεν είναι νέο φαινόμενο. Η Ουγγαρία είχε υιοθετήσει μέτρα διάκρισης σε βάρος των Εβραίων της ήδη από το 1920, πολύ δηλαδή πριν την άνοδο του ναζισμού στη Γερμανία. Το 1938 και 1939, μάλιστα, προχώρησε χωρίς να έχει προηγηθεί γερμανική πίεση δρακόντεια μέτρα κατά των Εβραίων της χώρας, στέλνοντας σε τάγματα εργασίας υπό άθλιες συνθήκες όσους βρίσκονταν σε στρατεύσιμη ηλικία, αφήνοντας τους υπόλοιπους στο έλεος των παραστρατιωτικών ναζιστικών ομάδων που δεν δίσταζαν φανερά να τους εκτελούν όπου τους εντόπιζαν.
Πάνω από μισό εκατομμύριο Εβραίοι της Ουγγαρίας εξοντώθηκαν στη διάρκεια του πολέμου, οι περισσότεροι στα κρεματόρια του Άουσβιτς, όπως και 400 χιλιάδες Ρομά που είχαν την ίδια τραγική τύχη. Παρά την αγωνιώδη προσπάθεια του Σουηδού διπλωμάτη Ραούλ Βάλλενμπεργκ που ως απεσταλμένος των Συμμάχων στη Βουδαπέστη προσπάθησε να σώσει με πλαστές ταυτότητες όσους περισσότερους μπορούσε, ο αφανισμός των δύο συγκεκριμένων πληθυσμιακών ομάδων της χώρας ήταν συντριπτικός. Και συνεχιζόταν υπό την άγρυπνη επιστασία του διαβόητου Άιχμαν μέχρι την τελευταία στιγμή κι ενόσω αντηχούσαν τα πολυβόλα των σοβιετικών τανκς που περικύκλωναν την πρωτεύουσα τις τελευταίες ημέρες του πολέμου.
Μάταιες στάθηκαν και οι απόπειρες χρηματισμού του τελευταίου από τον ηρωικό Σουηδό με βαλίτσες γεμάτες δολάρια της εποχής και κιβώτια με το αγαπημένο του κονιάκ που είχε γίνει δυσεύρετο γι' αυτόν. Λίγες μόνο δεκάδες γλίτωσαν, όσους δεν πρόλαβαν να προδώσουν οι ντόπιοι που γνώριζαν ποιοι ακριβώς κρύβονταν στα πολυάριθμα κτήρια με τις σουηδικές σημαίες που είχε αγοράσει και χαρακτηρίσει ως χρήζοντα διπλωματικής ασυλίας ο ακούραστος Σουηδός απεσταλμένος. Στα σοβιετικά Αρχεία της εποχής αναφέρονται μαρτυρίες αξιωματικών του σοβιετικού στρατού που έλεγαν πως, μπαίνοντας στην πόλη και βλέποντας τόσες σουηδικές σημαίες να ανεμίζουν, νόμιζαν πως πατούσαν σε σουηδικό έδαφος! Ένας από αυτούς, ήταν και ο μετέπειτα ηγέτης της ΕΣΣΔ Λεονίντ Μπρέζνιεφ που με το πρόσχημα φιλικής συνάντησης με τον Άλλενμπεργκ προς συλλογή πληροφοριών, τον συνέλαβε οδηγώντας τον σε μακρά ομηρία σε σοβιετικά Γκουλάγκ όπου και συμπεραίνεται πως κατέληξε επί προεδρίας Ρήγκαν, του τελευταίου Αμερικανού προέδρου που νοιάστηκε να εξιχνιάσει την
εξαφάνισή του.
Το αντισημιτικό ρεύμα που δεν έπαυσε να διαπερνά τη ραχοκοκκαλιά της ουγγρικής κοινωνίας μπόρεσε να εκφρασθεί και πάλι ελεύθερα μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας στη χώρα, το 1989. Διάφορα αντισημιτικά κόμματα έσπευσαν να προσελκύσουν με λόγο αντισημιτικού και ρατσιστικού μίσους τους πολυπληθείς ξενοφοβικούς ψηφοφόρους της χώρας. Σήμερα έχουν απομείνει περί τις 100 χιλιάδες Εβραίοι που ζουν κυρίως στη Βουδαπέστη και 320 χιλιάδες Ρομά (ο επίσημος αριθμός των τελευταίων υπολογίζεται όμως ότι είναι τουλάχιστον διπλάσιος). Και ενώ το παγκόσμιο ενδιαφέρον των απανταχού εβραϊκών οργανώσεων έχει αποβεί σωτήριο για τους πρώτους, ο ζήλος κατά των Ρομά είναι απροσχημάτιστος και εκφράζεται συχνά με εξαιρετική σε βάρος τους βία, καθώς άνεργοι σε ποσοστό 85% ζουν στις πιο υποβαθμισμένες περιοχές της χώρας και θεωρούνται υπαίτιοι για μικρό-εγκληματικότητα και παραβατική συμπεριφορά.
Σύμφωνα με δήλωση του Ούγγρου διανοούμενου Λάζλο Φολτένυι πριν μερικά χρόνια, η Ουγγαρία ουδέποτε αναμετρήθηκε πραγματικά με τη συμμετοχή της στο Ολοκαύτωμα. Και μπορεί στη χώρα να μη συνεχίζεται η εξόντωση των Εβραίων, αλλά από άποψη ηθικής η δημόσια αντίληψη έχει αγγίξει το ναδίρ.
Πρωταγωνιστής στο πολιτικό σκηνικό των τελευταίων ετών είναι το ακροδεξιό κόμμα Jobbik τα ποσοστά του οποίου ανέρχονται σταθερά. Το Jobbik ονειρεύεται μία Μεγάλη Ουγγαρία απαλλαγμένη από τους Εβραίους της, τους Ρομά και τους ομοφυλόφιλους, υποδαυλίζοντας γι' αυτό το εναντίον τους μίσος. Τα μέλη του αμφισβητούν το Ολοκαύτωμα και καθυβρίζουν τους νεκρούς Εβραίους.
Ανησυχητικό όμως είναι ότι οι απόψεις αυτές αγγίζουν μεγάλο τμήμα της εκλογικής βάσης του κυβερνώντος κόμματος Fidesz και μπορεί η κυβέρνηση να αποκηρύσσει επισήμως τον αντισημιτισμό, να έχει εισαγάγει νομοθεσία που καθιστά ποινικά αδικήματα την άρνηση του Ολοκαυτώματος και την αντισημιτική ρητορική, την ίδια όμως στιγμή ενθαρρύνει την αναθεώρηση της ιστορίας του Μεσοπολέμου και του Β´ Παγκοσμίου Πολέμου κατά τρόπο ώστε να αποκαθίσταται η μνήμη των ναζιστών ηγετών της χώρας, όπως του Μίκλος Χόρτυ και του Φέρεντς Σάλασι που ευθύνονται για τους εκτοπισμούς και την εξόντωση των Εβραίων Ούγγρων.
Η στάση αυτή έχει οδηγήσει σε επιδείνωση στις σχέσεις του Ορμπάν με την εβραϊκή κοινότητα και τις διεθνείς εβραϊκές οργανώσεις, τα μέλη των οποίων παρατηρούν με ιδιαίτερη ανησυχία το διογκούμενο μένος κατά των προσφύγων και μεταναστών καθώς γνωρίζουν καλά ότι το ξενοφοβικό κλίμα που διαπερνά την κοινωνία μπορεί σύντομα να τους αγγίξει ξανά.
Από την τραγική εικόνα που δείχνει να συντηρεί ακόμα στις μέρες μας η Ουγγαρία έναντι ενός ένδοξου παρελθόντος που δεν μεταφράσθηκε ποτέ σε πραγματικότητα τα τελευταία 800 χρόνια στη διάρκεια των οποίων δεν κέρδισε σε κανένα πόλεμο, μόνο η Ευρωπαϊκή Ένωση μπορεί να την απαλλάξει. Αρκεί η πρώτη να εναρμονισθεί με τις Αρχές της Ένωσης, ως μέλος της από την 1η Μαΐου του 2004. Άλλως, ο κίνδυνος να μετατραπεί σε πυριτιδαποθήκη της Ευρώπης σύμφωνα με την άποψη Φολτένυι ίσως να μην ακούγεται υπερβολικός.