Στις 28 Δεκεμβρίου 2016, ο Φρανσουά Ολάντ έδωσε χάρη στην Ζακλίν Σοβάζ, μια 63χρονη από την περιοχή του Γκατινέ, που το 2012 σκότωσε τον σύζυγό της με κυνηγετική καραμπίνα. Noμίζω ότι αυτή προεδρική «χάρη» είναι σφάλμα ― να γιατί.
Η Ζακλίν Σοβάζ σκότωσε τον Νορμπέρ Μαρό με τρεις σφαίρες στην πλάτη. Στη διάρκεια της δίκης, η υπεράσπιση βασίστηκε στη βία (λεκτική, ψυχολογική, σωματική, σεξουαλική) που ο Μαρό ασκούσε, επί 47 χρόνια, τόσο στη Ζακλίν όσο και στις τρεις κόρες του ζευγαριού. Η δίκη τελείωσε με την απόρριψη της «νόμιμης άμυνας» που ζητούσε η υπεράσπιση• η Ζακλίν καταδικάστηκε σε δεκαετή φυλάκιση.
Σύμφωνα με τις μαρτυρίες γειτόνων και συγγενών, η οικογένεια της Σοβάζ και του Μαρό ήταν, για να θέσουμε ως understatement , δυσλειτουργική: όπως αποδείχτηκε, η βία προερχόταν από όλες τις κατευθύνσεις, η φροντίδα έλειπε και η συμμαχίες τριγωνοποιούνταν με τις γωνίες του τριγώνου να αλλάζουν αυθαιρέτως. Όλα τα μέλη της οικογένειας συμμετείχαν, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, στη μικρή οικογενειακή επιχείρηση μεταφορών με νταλίκες, πράγμα που ενέτεινε η αλληλεξάρτησή τους.
Ο γιος της οικογένειας, ο Πασκάλ, αυτοκτόνησε ―κρεμάστηκε ― την παραμονή του φονικού. Εδώ οι μαρτυρίες διχάζονται: μερικοί φίλοι και γνωστοί ισχυρίστηκαν ότι Πασκάλ ήταν θύμα του αυταρχικού πατέρα, άλλοι ότι ήταν θύμα της αυταρχικής μητέρας• μια πρώην φίλη του Πασκάλ κατέθεσε ότι πατέρας και γιος «έρχονταν συχνά στα χέρια» κι ότι ο Νορμπέρ Μαρό είχε δείρει και την ίδια με αποτέλεσμα να παρέμβουν στον καβγά τόσο ο Πασκάλ όσο και η Ζακλίν.
Τι έχουμε λοιπόν εδώ; Μια λαϊκή οικογένεια της γαλλικής επαρχίας που επί 47 χρόνια ανακυκλώνει τη βία. Και η βία, όπως θα περίμενε κανείς, καταλήγει στον θάνατο δύο μελών της. Ωστόσο, ένα μεγάλο μέρος της γαλλικής κοινής γνώμης είδε κάτι που θεωρώ στερεοτυπικό και αναχρονιστικό: μια καταπιεσμένη γυναίκα, που έχοντας υποφέρει από την ανδρική βαναυσότητα, έχασε τον έλεγχο ή πήρε την εκδίκησή της. Τις μέρες της δίκης, συζητήθηκε πολύ η βία εναντίον των γυναικών: fair enough ― όμως, δεν βρισκόμαστε στον Τρίτο Κόσμο• βρισκόμαστε στη Γαλλία. Η βία, όχι μόνον μπορεί να καταγγελθεί, αποτελεί καθήκον του καλού πολίτη να την καταγγείλει ― δεν εννοώ απαραιτήτως το ίδιο το θύμα, αλλά οποιοσδήποτε γνωρίζει (ή υποπτεύεται) περί του αδικήματος. Από τις 200.000 περίπου γυναίκες που είναι θύματα ενδοοικογενειακής βίας ετησίως, μόνο το 10% την αναφέρουν στις αρχές και προχωρούν σε μηνύσεις. Κανείς από το περιβάλλον της Ζακλίν Σοβάζ και του Νορμπέρ Μαρό δεν μπήκε στον κόπο. Aυτή είναι η πρώτη θλιβερή διαπίστωση της υπόθεσης: συγγενείς, γείτονες και συνεργάτες στην επιχείρηση με τα φορτηγά ήξεραν για την κακοποίηση και δεν μιλούσαν.
Οι φεμινίστριες είδαν στην υπόθεση Ζακλίν Σοβάζ ένα ακόμα θύμα της ανδρικής θηριωδίας. Ο θυματικός φεμινισμός, που συρρικνώνει τις γυναίκες σε μια ανήμπορη μειοψηφία, ζωγράφισε το δικό του πορτρέτο της οικογένειας Σοβάζ-Μαρό, παρουσιάζοντας τη Σοβάζ ― που ήξερε, υποτίθεται, ότι ο Μαρό βιάζει τις κόρες του ― σαν αντικείμενο ανδρικής εκμετάλλευσης, σαν σύμπτωμα της φαλλοκρατίας. Με τη σειρά του, ο Φρανσουά Ολάντ προσχώρησε σ' αυτή την ιδεολογία που απλοποιεί την περίπλοκη πραγματικότητα και αρέσει στα πλήθη.
Επιμένω στο ότι, στη Γαλλία, αν αναφέρεις επεισόδιο ενδοοικογενειακής βίας, προστατεύεσαι, χωρίς όρους, από την αστυνομία και τις υπηρεσίες κοινωνικής προνοίας. Δεν υπάρχει καμιά, μα καμιά προκατάληψη, ούτε fine print: ο νόμος είναι σαφής. Η νοοτροπία δεν είναι σαφής. Ξέρουμε ότι το 2012-1013, 149.000 άνδρες δέχτηκαν βίαιη επίθεση από τις συζύγους τους; Μάλλον δεν το ξέρουμε. Η βία δεν είναι μονοπώλιο των ανδρών, αν και για ευνόητους λόγους, ιστορικούς, βιολογικούς και κοινωνικούς, η βία εναντίον των γυναικών είναι συχνότερη από τη βία εναντίον των ανδρών.
Μια γυναίκα που ζει 47 χρόνια στην κόλαση κάνοντας τα στραβά μάτια σε αιμομεικτικές πράξεις είναι σίγουρα διαταραγμένη ― υπό την έννοια, μεταξύ άλλων, ότι στερείται αυτονομίας, εξ ού και η παγίδευση στον άκρως προβληματικό γάμο. Αλλά, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, η Ζακλίν Σοβάζ δεν ήταν ο σιωπηλός δεσμώτης που, σε μια στιγμή ψυχικού ξεσηκωμού, εκδικήθηκε τον θύτη.
Ο Φρανσουά Ολάντ βιάστηκε να δείξει την αλληλεγύη του στις γυναίκες. Με αυτή τη βιασύνη, τον ζήλο, υπονομεύει τους θεσμούς• εξασθενεί τη μεγάλη προσπάθεια που γίνεται σε ολόκληρο τον δημοκρατικό κόσμο να αποτρέπεται η αυτοδικία και να εξασφαλίζεται όλο και περισσότερο η εμπιστοσύνη στο σύστημα της δικαιοσύνης. Νομίζω ότι στην υπόθεση Ζακλίν Σοβάζ αρκούσαν τα ελαφρυντικά ― και όντως ελήφθησαν υπόψη ― κι ότι η επιείκεια που έδειξε το δικαστήριο (με καλή διαγωγή η Ζακλίν θα μπορούσε να βρει από τη φυλακή σε μια πενταετία) ήταν σωστή και δίκαιη. Σωστή και δίκαιη πιθανώς να είναι κάποια διεύρυνση της «νόμιμης άμυνας»• προς το παρόν όμως, «νόμιμη άμυνα» σημαίνει ότι απαντώ με βία ανάλογη της βίας με την οποίαν απειλούμαι. Έτσι, βρίσκω την προεδρική χάρη λανθασμένη ― πρόκειται για την επιβίωση ενός βασιλικού προνομίου που διαβρώνει την ανεξαρτησία και το κύρος της δικαιοσύνης, ενώ ταυτοχρόνως, δικαιολογεί με δημαγωγικό τρόπο τα χαμηλότερα ανθρώπινα ένστικτα.