Η δίαιτα του Stefanelo: Ημέρα 8

Το έμαθα και αυτό. Στις κούνιες. Εκεί που πάω συνήθως τα απογεύματα με την μικρή να παίξει με τους φίλους της. «Stefanelo δε κοιμηθήκαμε όλο το βράδυ», μου είπε η Ελίζα. Το μυαλό μου πήγε στο κακό. Λες να έφαγαν κάτι που τους πείραξε; Λες να μην είχαν σόδα στο ψυγείο για να πιουν με αποτέλεσμα να μην μπορούν να χωνέψουν τα 2πιτα με κεμπάπ ή μήπως ξέχασαν να φάνε γλυκό μετά την Eurovision με αποτέλεσμα να έχουν νεύρα; Τίποτα από όλα αυτά δεν συνέβησαν. Το πρόβλημα των αγαπημένων μου φίλων ήταν ένα αθόρυβο πεινασμένο κουνούπι που βρέθηκε μέσα στο σπίτι και ήθελε να φάει.
ASSOCIATED PRESS

Το έμαθα και αυτό. Στις κούνιες. Εκεί που πάω συνήθως τα απογεύματα με την μικρή να παίξει με τους φίλους της. «Stefanelo δε κοιμηθήκαμε όλο το βράδυ», μου είπε η Ελίζα.

Το μυαλό μου πήγε στο κακό. Λες να έφαγαν κάτι που τους πείραξε; Λες να μην είχαν σόδα στο ψυγείο για να πιουν με αποτέλεσμα να μην μπορούν να χωνέψουν τα 2πιτα με κεμπάπ ή μήπως ξέχασαν να φάνε γλυκό μετά την Eurovision με αποτέλεσμα να έχουν νεύρα;

Τίποτα από όλα αυτά δεν συνέβησαν. Το πρόβλημα των αγαπημένων μου φίλων ήταν ένα αθόρυβο πεινασμένο κουνούπι που βρέθηκε μέσα στο σπίτι και ήθελε να φάει.

Κάθισα στο σπασμένο παγκάκι και άνοιξα τα αφτιά μου για να μάθω τι έγινε:

-«Stefanelo τα βλέπεις τα χέρια μου;»

-"Oui"

-«Μπορείς να καταλάβεις ότι πάλευα όλη νύχτα με ένα κουνούπι δολοφόνο;»

-"Oui", είπα ξανά.

Πήρα μια βαθιά ανάσα συμπόνιας, κοινωνικής συμπαράστασης και οχαδερφισμού μαζί και ρώτησα:

-«Μα δε το ακούγατε; Δεν έκανε μέσα στα αυτιά σας αυτόν το ανατριχιαστικό ήχο ζζζζζζ;»

Η απάντηση της Ελίζας με προβλημάτισε γιατί κάτι τέτοιο, μα το θεό, είναι η πρώτη φορά που το ακούω: -«Δρούσε αθόρυβα»

-«Ερχόταν με τσιμπούσε και έφευγε», μου απάντησε.

-«Και τι κάνατε, ρε διάολε για να το εξοντώσετε;», αναρωτήθηκα ενώ άρχισε να με λούζει κρύος ιδρώτας από την αγωνία.

-«Κλείσαμε όλα τα φώτα»

Ξεφύσηξα. Έστω και έτσι οι φίλοι μου κινήθηκαν είπα μέσα μου. Πριν όμως καταλήξω σε αυτό το συμπέρασμα ακούω την Ελίζα να λέει: "Συνέχισε να μας τρώει. Μας έβρισκε και με κλειστά τα φώτα."

Αδέρφια μου τρόμαξα. Μιλάμε για ένα κουνούπι που ήταν αθόρυβο και χτύπαγε μέσα στη νύχτα.

Εύλογη ήταν η επόμενη ερώτησή μου: "Και γιατί δε βάλατε αντικουνουπικό;". Η απάντηση ήταν αποστομωτική: "Γιατί είμαστε ηλίθιοι".

Επιστρέφοντας σπίτι από τις κούνιες και αφού έφαγα ένα γιαούρτι με κάσιους έπεσα να ξαπλάρω. Η ώρα είχε πάει 23:00 όταν ένας εφιάλτης με πέταξε από το κρεβάτι σαν ελατήριο.

Δεν αγγιζω...

A photo posted by Stefanos Nikitas (@stefanelonikitelo) on

ΟΝΕΙΡΟ

.........

16:32:15 - 16:33:27

Η Αννούλα τράβηξε το καζανάκι και νιώθοντας τα παγωμένα πλακάκια στις πατούσες της στάθηκε με κόπο στα πόδια. Απέναντι στον καθρέπτη με το μοβ μολύβι των ματιών της ο Τσέικ της έγραφε... «Δεν χρειάζεσαι άλλες μελανιές αγόρασε λοιπόν ένα λαμπατέρ για το κομοδίνο».

Μόλις η Αννούλα κατάλαβε ότι ο Τσέικ ήταν μαζί της τα δάκρυα κορόμηλο που έτρεχαν από το προσωπάκι της έγιναν γέλια. Η Αννούλα διάβασε και ξαναδιάβασε τα γράμματα στον καθρέπτη και αφού έκλεισε τα μάτια της συγχρόνισε την αναπνοή της με τον χαμηλόφωνο στεναγμό του πλυντηρίου ρούχων.

Ραπανάκια για την όρεξη... είχε μαγειρέψει λόγω δίαιτας. Τα πέταξε στον κάλαθο των αχρήστων και αποφάσισε να φτιάξει φουά γκρα χήνας και αυγά ποσέ για την επανασύνδεση. Ντύθηκε πρόστυχα και αφού έβαλε το τελευταίο άρωμα την Helen from menidi άρχισε να μαγειρεύει.

Omnia vincit amor συνειδητοποίησε καθώς με το αιχμηρό μαχαίρι έκοψε ελαφρά το χέρι της ενώ τεμάχιζε τον μαϊντανό για την γέμιση της χήνας...Η Αννούλα ένιωθε λες και δίπλα της καθόταν ένας παντελώς άγνωστος.

Ήξερε λίγα πράγματα για τον Τσέικ. Οι αρνητικές εικόνες διαλύθηκαν ενώ ο ατμός απλωνόταν σαν σύννεφο στον απορροφητήρα και έκανε την ατμόσφαιρα να μοιάζει σαν τοπίο far ouest. Συνέχισε να σωτάρει το κρεμμύδι το συναίσθημα υπερνικάει την λογική.

Αγαπά τον Τσέικ και είναι σίγουρη για την επιλογή της. Αλλά πόσο σίγουρη μπορεί να ήταν αφού αυτός, είχε φλερτάρει πριν ένα μήνα με την καλύτερη της φίλη; Ναι. ΟΙ ΑΝΔΡΕΣ ΕΙΝΑΙ ΓΟΥΡΟΥΝΙΑ. Αλλά αυτός είναι ο δικός της χοίρος. Είτε το φτιάχνεις γιαχνί, είτε με πατάτες στο φούρνο, είτε ala metsoves, είτε με σέλινο στην κατσαρόλα, το γουρούνι είναι γουρούνι και ας διαφέρει ελαφρά στη γεύση.

(Ετοιμάζοντας τα εργαλεία για το μασάζ)

Επιπροσθέτως ας μην ξεχνάμε ότι το μοσχάρι έχει καλύτερο κρέας. Να γιατί λέμε κοιμάται σαν μοσχάρι και δεν λεμέ κοιμάται σαν γουρούνι, διότι το γουρούνι μπορεί να επιβιώσει και μέσα στα σκατά αλλά ο άνδρας θέλει τα μέα και τα σέα του, ώστε να μπορεί να βγει αλφάδι στην κοινωνία.

Όλη αυτή η γουρουνοστυφαδομoσχαροδιαπλοκή μέσα στο κεφάλι της Αννούλας την εξάντλησε και ένας δυνατός πονοκέφαλος την ανάγκασε να πάρει άλλο ένα depon max.

Η ώρα περνά αργά και βασανιστικά, το τραπέζι είναι στρωμένο μέχρι λεπτομέρειας... διπλά μαχαιροπίρουνα, τρία πιάτα, μαχαιράκι τυριού, γλυκού, αυγού κλπ... και η Αννούλα μας περιμένει να «τσιτσιρίσουν τα καναρίνια»..

Τσιριτρι-τσιριτρό κάνει το κουδούνι της εξώπορτας της Αννούλας το τελευταίο τετράμηνο.

Παλαιοτέρα έκανε γαβ-γαβ αλλά μετά τον χαμό από αυτοκινητιστικό του Δία άλλαξε και τον ήχο του κουδουνιού της εξώπορτας..

Τσιριτρί τσιριτρό.

Μια τελευταία ματιά στον καθρέφτη. Λίγο ρουζ. Σήκωμα το ντεκολτέ. Λίγη λακ στα μαλλιά. Μια νότα από το αγαπημένο της άρωμα.

-«Ναι εμπρός;», ρωτά η Αννούλα

-«Έλα, εγώ», απαντάει ο Τσέικ μες στον ρομαντισμό που τον διακατέχει.

-«Εσύ ποιος είσαι;», λέει η Αννούλα για να του σπάσει τα νεύρα.

-«Όχου ο Τσέικ είμαι», απαντά μονότονα αυτός.

-«Ποιος;», ξαναρωτά η Αννούλα, κάνοντας πώς δεν άκουσε.

- «Ο Τσέικ μωρό μου», απαντά πονηρά αυτός.

Ανοίγει η πόρτα. Στέκονται για δευτερόλεπτα ο ένας δίπλα στον άλλον.Φιλιά δύο στο μάγουλο

-«Θα σε σκίσω σκρόφα», λέει μέσα του αυτός.

-«Δεν θα φας κοκό», λέει μέσα της αυτή.

Προχωρούν προς το σαλόνι. Στρώνονται στο τραπέζι και κοιτάει ο ένας αμήχανα τον άλλον.

-«Για πες», ρωτά ο Τσέικ.

-«Τα ίδια», απαντά η Αννούλα.

Ύφος λούμπεν και καλά αρχίζει να παίζει το τραγούδι νούμερο 3 κασέτα 2 ο Τσέικ περί αγάπης και πρασινάλογα.

Κάθε άντρας γλυκιά μου έχει μια κασέτα και παίζει όταν έχει φάει σουτ από την σύντροφο του να το θυμάσαι αυτό, υπογραφή Σούλα, είχε πει στην Αννούλα σε ανύποπτο χρόνο η φίλη της. Είναι προφανές ότι δεν την άκουσε και ενέδωσε, σκέφτηκε άλλη μια φορά συναισθηματικά και όχι λογικά και αφού ήπιαν μια Μαλαματίνα τα χείλι τους ενώθηκαν.

Την στιγμή που ήταν έτοιμοι να ολοκληρώσουν, το όνειρο διακόπτεται...

Αδέρφια πεινάω... Βλέπω εφιάλτες.

Διαβάστε ακόμα: