Τα τελευταία χρόνια η χώρα μας βιώνει μια πρωτοφανή οικονομικοκοινωνική κρίση. Η εκάστοτε ελληνική κυβέρνηση ρίχνει το μπαλάκι των ευθυνών πάντα στους πολιτικούς αντιπάλους της, που βρίσκονται στην αντιπολίτευση ή σε πολιτικούς τρίτων χωρών• λες και αυτοί μας ανάγκασαν να πάρουμε όλα εκείνα τα σκληρά μέτρα, ώστε να σώσουμε την οικονομία μας.
Στην πραγματικότητα τα λάθη συσσωρεύονταν στην ελληνική οικονομία, αλλά και κοινωνία, ήδη από το τέλος της δεκαετίας του 40.
Ίσως οι περισσότεροι να μην έχουν ακούσει τίποτα για το «ελληνικό οικονομικό θαύμα». Ακόμη ίσως τους προκαλεί και γέλια ο όρος «ελληνικό οικονομικό θαύμα».
Στην πραγματικότητα όμως αυτό υπήρξε κι από εκεί που η Ελλάδα μετά την καταστρεπτική τριπλή κατοχή, από τους ναζί, τους φασίστες και τους Βουλγάρους και τέλος μετά από έναν καταστρεπτικό πόλεμο: αυτόν του εμφυλίου, που τερματίστηκε το 1949, προκαλώντας χιλιάδες νεκρούς, χιλιάδες εκτοπισμένους, κατεστραμμένες υλικοτεχνικές υποδομές και τέλος μια κατεστραμμένη οικονομία που είναι συγκρινόμενη σήμερα με την θέση που κατέχει η οικονομία της Αιθιοπίας.
Η Ελλάδα κατάφερε σχεδόν για δύο δεκαετίες να έχει τον μεγαλύτερο ρυθμό ανάπτυξης στην Ευρώπη, με διψήφια ποσοστά της τάξης του 10% και 11%, τοποθετώντας την δεύτερη σε ρυθμό ανάπτυξης στον κόσμο, μετά από τον ρυθμό ανάπτυξης που υπήρχε στην Ιαπωνία. Άξιο αναφοράς είναι πως ο Δείκτης Ανθρώπινης Ανάπτυξης στην Ελλάδα στο προ κρίσης επίπεδο ήταν κάποιες χρονιές μεγαλύτερος από αυτόν που υπήρξε σε χώρες όπως η Γαλλία, η Γερμανία, η Ιταλία και η Μεγάλη Βρετανία.
Το γεγονός αυτό συνέβη καθώς και μετά από εκείνες τις δύο δεκαετίες συνέχιζαν να υπάρχουν μεγάλα ποσοστά ανάπτυξης. Αυτό οφείλεται στο ότι στην Ελλάδα υπήρξαν και εξακολουθούν να υπάρχουν κάποιες δεκάδες αξιόλογων πολιτικών, αλλά και πως ο Ελληνικός λαός δούλεψε σκληρά για να φτιάξει μια Ελλάδα που θα ανήκει μέσα στα κλαμπ των ισχυρών.
Εύλογα θα ρωτήσει κάποιος: γιατί χρεοκοπήσαμε; Οι ξένοι δεν φταίνε. Οι Έλληνες δεν είναι τεμπέληδες. Επίσης υπήρχαν και υπάρχουν αξιόλογοι πολιτικοί. Τότε τίθεται η ερώτηση: γιατί χρεοκοπήσαμε; Η απάντηση είναι απλή: γιατί δεν είχαμε παιδεία, με όλη την έννοια της λέξης «παιδεία».
Μπορεί το βιοτικό μας επίπεδο να ήταν υψηλό αλλά το μορφωτικό μας επίπεδο σε σχέση με το βιοτικό ήταν κατά πολύ χαμηλότερο. Τι θα έπρεπε να κάνουμε ώστε να αυξήσουμε το μορφωτικό μας επίπεδο που πάρα ταύτα καλπάζει προς τα πάνω, αλλά ακόμη υπολείπεται πολύ από το αντίστοιχο των άλλων ευρωπαϊκών χωρών; Η λύση στο πρόβλημα μας είναι να βελτιώσουμε την παιδεία μας, για όλους τους πολίτες της χώρας, μέσα από την εύκολη, γρήγορη και ασφαλή πρόσβαση στην έγκυρη πληροφορία και γνώση.
Πρωταρχικό ρόλο στο όλο εγχείρημα θα παίξουν τα πανεπιστήμια, μέσα από την δια βίου μάθηση. Τα προγράμματα e-learning όπως και τα τμήματα του ΕΑΠ είναι μεγάλα επιτεύγματα, καθώς επίσης και οι σχολές, δημόσιες ή ιδιωτικές, που προσφέρουν υψηλού επιπέδου σπουδές. Το ιδεατό όμως για τα ιδρύματα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης είναι η δυνατότητα συνεργασίας με μεγάλες επιχειρηματικές εταιρίες - κάτι που γίνεται σιγά-σιγά - όλου του φάσματος των ελληνικών αλλά και των ξένων επιχειρήσεων, που δραστηριοποιούνται στην χώρα μας, αλλά και με επιχειρηματικούς ομίλους του εξωτερικού, στο βαθμό που αυτό καθίσταται δυνατό και αναγκαίο.
Ένα σπουδαίο αλλά παρεξηγημένο μέσο είναι η τηλεόραση, που έχει την δυνατότητα να γίνει πηγή πληροφόρησης, πολιτισμού και γνώσεων. Αν η εκάστοτε ελληνική κυβέρνηση χρηματοδοτούσε σε όλους τους πολίτες της χώρας δορυφορικό δέκτη• θα επιτρεπόταν η σύνδεση των ελλήνων με όλο τον κόσμο. Αυτό θα είχε ως αποτέλεσμα μια πιο σφαιρική ενημέρωση των ειδήσεων ανά τον κόσμο, αλλά και με μια σειρά σπουδαίων εκπομπών, ντοκιμαντέρ, όπως επίσης και ταινιών του παγκόσμιου κινηματογράφου. Η όλη διαδικασία θα έπρεπε να συνδυαστεί με την δυνατότητα κινήτρων, για ευκολότερη πρόσβαση, σε θεατρικές παραστάσεις, συναυλίες και κινηματογραφικές αίθουσες.
Το μεγαλύτερο όμως επίτευγμα της εποχής μας: το διαδίκτυο, πρέπει να αποτελεί αγαθό για όλους, τόσο για λόγους επικοινωνίας, όσο και για λόγους ενημέρωσης, όπως είναι η δυνατότητα πρόσβασης στον διεθνή τύπο ανά πάσα στιγμή. Για αυτόν τον λόγο πρέπει να είναι ασφαλές, γρήγορο και δωρεάν, σε όλη την επικράτεια της χώρας, για όλους τους λόγους που απασχολούν τον άνθρωπο του σήμερα, από την χημεία και την φυσική, μέχρι την λογοτεχνία και την μουσική.
Εν κατακλείδι ο σημαντικότερος τομέας παραγωγής γνώσης και πληροφόρησης είναι το βιβλίο. Ο τομέας όμως αυτός του πολιτισμού και της ενημέρωσης δεν χαίρει κάποιας ειδικής μεταχείρισης, όπως θα άρμοζε για την εκδοτική βιομηχανία. Η ΔΕΒΘ είναι ένα βήμα προς την σωστή κατεύθυνση, αλλά η Ελλάδα - και η Κύπρος - έχουν την δυνατότητα να διεξάγουν κι άλλες εκθέσεις βιβλίου, να πριμοδοτήσουν ιδιαίτερες και σπάνιες εκδόσεις, ώστε να διευρυνθεί το αναγνωστικό κοινό. Να μειώσουν την φορολογία παραγωγής και πώλησης των βιβλίων. Να δώσουν κίνητρα για αγορές ελληνόγλωσσων και ξενόγλωσσων βιβλίων, για αγορές από κοινωνικές ομάδες, οι οποίες είναι αποδεδειγμένο πως αγαπούν την ανάγνωση βιβλίων πολλών ειδών. Κατά αυτόν τον τρόπο θα έχουμε πιο οξυδερκείς μορφωμένους κι άρα πιο λειτουργικούς πολίτες.