Αν η παιδική μου ηλικία είχε κάποιο σάουντρακ, θα ήταν οι αντιφατικές σκέψεις και οι δισταγμοί του πατέρα μου για το αν πρέπει να γυρίσει στην Ελλάδα. Τη χρόνια που γεννήθηκα, άφησε πίσω του την χώρα για το Ηνωμένο Βασίλειο. Δύο φορές μας έβαλε να ετοιμαστούμε για την επιστροφή. Η μία φορά, ήταν σε ένα camper van της Volkswagen για να μείνουμε για ένα χρόνο. Τελικά όμως, κατέληγε πάντα στο συμπέρασμα, ότι η ζωή μας θα ήταν καλύτερη στην Αγγλία. Το πιο λυπηρό πράγμα που μου έχει πει, ήταν ότι «Η Ελλάδα είναι σπουδαία χώρα, αλλά κάνει μόνο για διακοπές». Καταλαβαίνω γιατί υποστηρίζει κάτι τέτοιο. Σε όλη του τη ζωή, το μόνο που έχει δει ο πατέρας μου από τη χώρα, είναι ψέματα, εχθροπραξίες, διαφθορά, πόλωση, πελατειακές σχέσεις, υπερβολική γραφειοκρατία, χρέη, υποσχέσεις που δεν κρατήθηκαν και ψευδαισθήσεις.
Όμως δεν κατάλαβα ποτέ τόσο καλά τις απόψεις του, όσο τα πέντε τελευταία χρόνια. Με τα οικονομικά προβλήματα της Ελλάδας στο προσκήνιο, αναγκάστηκα σαν δημοσιογράφος να γυρίσω πολλές φορές στη χώρα. Και οι διαφορές ανάμεσα στο lifestyle των δύο χωρών, όλο και μεγεθύνονταν. Δεν μιλάω για τους αμέτρητους καφέδες, τα ξενύχτια, τα γραφεία γεμάτα τσιγάρο και την χαλαρή αντιμετώπιση των πραγμάτων. Μιλάω για τις δυσκολίες. Για τα εμπόδια που ο κόσμος συναντά κάθε μέρα. Για το γεγονός ότι η εμπιστοσύνη προς το πολιτικό σύστημα έχει διαβρωθεί σε τέτοιο σημείο, που κανείς δεν θέλει πλέον να πληρώνει φόρους. Όπου έδωσε αφορμή στον κόσμο να μάθει να ζει ολομόναχος χωρίς να περιμένει τίποτα από κανέναν. Όπου για να διεκπεραιώσεις οποιαδήποτε δουλειά σε δημόσιο φορέα, πρέπει να ξοδέψεις μια ολόκληρη μέρα, εκτός και αν έχεις κάποιον γνωστό.
Ότι ο ένας πολιτικός που διαδέχεται τον άλλο, υποστηρίζει πως εκπροσωπεί τον λαό, αλλά συνεχίζει να χρησιμοποιεί τα κρατικά έσοδα, παίρνοντας έναν παχυλό μισθό, την ίδια στιγμή που μεταφέρει χρήματα σε λογαριασμούς στο εξωτερικό. Ύστερα, μετά την πρώτη «σωτήρια» συμφωνία της Ελλάδα, όλα έγιναν χειρότερα. Στην αρχή ήταν οι πορείες, η λιτότητα και μετά, η άνοδος του φασισμού και η βιαιότητα της αστυνομίας. Άρχισα να πιστεύω πως έχει δίκιο για την Ελλάδα και τις διακοπές. Αλλά όσο επισκεπτόμουν τη χώρα ξανά και ξανά, τόσο ανακάλυπτα πως, ειρωνικά, η χειρότερη οικονομική κρίση που χτύπησε την Ευρώπη μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, έφερε και κάποια θετικά πράγματα. Αν κοιτάξεις βαθιά μέσα από τα γνωστά στοιχεία -τα 400 ευρώ στον μισθό ενός νέου, το 50% της ανεργίας στους νέους και η αναλογία 177% του χρέους του ΑΕΠ- θα δεις και αλληλεγγύη, ελπίδα, συμπόνια και μία πρωτοφανή εκτίμηση στις σημερινά μικρά πράγματα. Πρέπει να κοιτάξεις ωστόσο πολύ βαθιά. Πρέπει να δεις πέρα από την φτώχεια, την κατάθλιψη, την έλλειψη στέγης, τις αυτοκτονίες και τον φασισμό για να φτάσεις ως το συγκεκριμένο σημείο. Αλλά θα φτάσεις. Το σημείο που λέει ότι τα 5 τελευταία χρόνια, η ελπίδα μεγάλωσε.
Όπως μου είπε κάποτε η Ντίνα, μία ηθοποιός που συμμετέχει και στο ντοκιμαντέρ, «Οι τελευταίοι 5 μήνες με τον ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία, ήταν απλά ένα ευχάριστο διάλειμμα. Ένα ιντερλούδιο. Ένα όνειρο. Αλλά αυτό ήταν όλο. Ήμασταν ηλίθιοι που πιστέψαμε, έστω και μία στιγμή, ότι το κοινοβούλιο θα άλλαζε την κατάσταση. Οι αγώνες γίνονται πάντα στους δρόμους.»
Καθώς η κατάσταση επεκτεινόταν και ο κόσμος έπιανε πάτο, αντιλαμβανόταν ταυτόχρονα πως το μοναδικό πράγμα που είχαν ήταν τους ίδιους τους εαυτούς και πως -όταν όλοι ήταν μαζί απέναντι στις δυσκολίες- δημιουργούσαν μία δύναμη. Αν όλα είναι κύκλος σε μία οικονομική κρίση, αυτή η απίστευτη περίοδος έδειχνε σα να ανυπομονούσε να φτάσει σε ένα τελικό στάδιο. Στο παρελθόν, κάποιοι είχαν εναποθέσει τις ελπίδες τους στις βίαιες εξεγέρσεις και άλλοι απλά στις διαμαρτυρίες, αλλά αυτή τη φορά, σε μία τελευταία προσπάθεια για ν' αλλάξουν τις ζωές τους, τις εναπόθεσαν με τον ΣΥΡΙΖΑ. Όχι επειδή είχε «αριστερή ταυτότητα» ή επειδή ο ηγέτης του ήταν κάποτε κομμουνιστής. Ή επειδή πίστεψε πως οι πολιτικοί απλά θα έδιωχναν την λιτότητα. Ο ΣΥΡΙΖΑ έγινε διάσημος, επειδή ήταν μία φρέσκια ανάσα τη στιγμή που όλος ο κόσμος πνιγόταν. Ήταν χωρίς προηγούμενο κακό ιστορικό, μοντέρνος, φαινόταν να συνδέει τους ανθρώπους μεταξύ τους - και ειδικά τους νέους οι οποίοι πίστεψαν ότι μπορούν να ψηφίσουν τελικά ένα κόμμα που καταλαβαίνει τις αξίες και τις ανάγκες τους. Και το πιο σημαντικό: ότι μέχρι τότε δεν είχε απογοητεύσει κανέναν.
Σύμφωνα με τις προεκλογικές τους υποσχέσεις, θα διέλυαν την διεφθαρμένη ολιγαρχία και θα έκαναν μεταρρυθμίσεις στο φορολογικό, στο δικαστικό σύστημα, ακόμη και στον τρόπο που λειτουργούσαν τα media. Εν ολίγοις, θα εφάρμοζαν μία κάθαρση που θα επανέφερε την κοινωνία σε ισορροπία. Και κάπου ανάμεσα στα μουρμουρητά της παλαιότερης γενιάς -όπου κάθε της ελπίδα είχε γίνει σκόνη στον άνεμο- υπήρχε και ένα ποσοστό ανθρώπων που περίμεναν με ανυπόμονα μάτια τα αποτελέσματα. Ανάμεσα σε αυτούς ήταν και ο πατέρας μου. Όπως και εγώ. Είδαμε τον ΣΥΡΙΖΑ να παραπατά από τον υπερβολικό οπτιμισμό στην αταξία και από την έξαρση του δημοψηφίσματος στην οικονομική πολιορκία της Ευρώπης στην Ελλάδα. Είχα την τύχη να δω τα πράγματα από κοντά: ήμουν στο Μέγαρο Μαξίμου όταν οι άνθρωποι του ΣΥΡΙΖΑ έμαθαν πως κέρδισαν το δημοψήφισμα. Είδα τον Αλέξη Τσίπρα να αγωνιά τον Απρίλιο για το αν πρέπει να πληρώσει το ΔΝΤ ή τις συντάξεις των Ελλήνων πολιτών. Ο ΣΥΡΙΖΑ τώρα έχει υπογράψει μια νέα συμφωνία, που θεωρείται από πολλούς ως η χειρότερη από τις τρεις που έχουν υπογράψει οι κυβερνήσεις της Ελλάδος. Για μένα, η τραγωδία σε όλη αυτή την ιστορία δεν έχει να κάνει τόσο με τα λάθη που έκανε ο ΣΥΡΙΖΑ - την κατάβαση στον κομματισμό και την υπερβολική αυτοπεποίθηση των υπουργών του. Είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, μια ομάδα ανθρώπων που πραγματικά ήθελε να βοηθήσει τη χώρα να ανακάμψει και να ξαναχτίσει ό,τι έχασε από την αρχή, δεν είχε ποτέ πραγματικά την ευκαιρία να το κάνει.
Και όχι μόνο δεν του δόθηκε η ευκαιρία αλλά, ενεργά, κάποιοι φρόντισαν να μην πετύχει. Φυσικά, σε καμία περίπτωση δεν λες τους ανθρώπους του ΣΥΡΙΖΑ τέλειους, καθ' ότι έκαναν πολλά λάθη στις συμφωνίες τους με την ΕΕ και τους δανειστές. Δεν παύει όμως να είναι μία παράταξη δημοκρατικά εκλεγμένη που προσπάθησε να αλλάξει την κατάσταση μέσα από ένα θεσμικό όργανο, το οποίο δεν είχε δυστυχώς κανένα συμφέρον για να του επιτρέψει να κάνει τις αλλαγές αυτές. Κάποιοι ίσως να πουν, ότι δεν τον ενδιέφερε ποτέ και η ίδια η δημοκρατία. Όπως μου είπε κάποτε η Ντίνα, μία ηθοποιός που συμμετέχει και στο ντοκιμαντέρ, «Οι τελευταίοι 5 μήνες με τον ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία, ήταν απλά ένα ευχάριστο διάλειμμα. Ένα ιντερλούδιο. Ένα όνειρο. Αλλά αυτό ήταν όλο. Ήμασταν ηλίθιοι που πιστέψαμε, έστω και μία στιγμή, ότι το κοινοβούλιο θα άλλαζε την κατάσταση. Οι αγώνες γίνονται πάντα στους δρόμους». Ήταν υπέροχο να φαντάζεσαι, αυτούς τους 5 μήνες, ένα νέο δρόμο για την Ελλάδα. Και ήταν εξίσου θεαματικό, να βλέπεις αυτόν τον δρόμο να καταστρέφεται, με απαγορευτικές πινακίδες που να μην επιτρέπουν την έξοδο. Ίσως υπάρχει άλλος δρόμος. Αλλά τουλάχιστον, εγώ και ο πατέρας μου, περιμένουμε στο σταυροδρόμι, μπερδεμένοι και αποσυντονισμένοι. Και ποιος ξέρει πόσο καιρό θα μείνουμε στο σταυροδρόμι αυτό. Με την τελευταία συμφωνία, το χρέος της Ελλάδας το επόμενο έτος, θα σκαρφαλώσει στο 190% του ΑΕΠ. Η ελληνική κυβέρνηση, όπως μου είπε ο Αλέξης Τσίπρας, έχει χάσει την κυριαρχία της.
Αν δεν υπάρξει ουσιαστική και ταχεία «ανακούφιση» του χρέους για την Ελλάδα, φοβάμαι πως τα τελευταία πέντε χρόνια θα είναι το προοίμιο για περισσότερο πολιτικό χάος και απελπισία.