Γιατί γοητεύτηκαν τόσο οι Έλληνες με το Survivor;

Η παρακολούθησή του έχει να κάνει με την ψυχική διαθεσιμότητα των τηλεθεατών ανάλογα τις μέρες και τις ώρες, σύμφωνα με την επίκουρη καθηγήτρια του Τμήματος Επικοινωνίας, Μέσων & Πολιτισμού Παντείου Πανεπιστημίου, Ιωάννα Βώβου, που έχει εντρυφήσει στα προγράμματα «ριάλιτι» και τις κοινωνικές τους αναπαραστάσεις. «Εντείνει την εκτόνωση που χρειάζεται ο κόσμος. Υπάρχουν πολλές αξιόλογες δουλειές στην κινηματογραφική παραγωγή τα τελευταία χρόνια, που βραβεύονται σε φεστιβάλ, π.χ. για την κρίση, τις οποίες όμως ο κόσμος δεν θέλει να τις δει, γιατί δεν θέλουμε να δούμε απαραίτητα το τι συμβαίνει στην μυθοπλασία ή σε ένα ψυχαγωγικό πρόγραμμα. Το να πας να δεις ένα θέατρο χρειάζεται δέσμευση, χρονική και οικονομική επένδυση ενώ αντίθετα το Survivor είναι εύκολα προσβάσιμο, είναι εκεί μπροστά μας».

«Πνευματικό άδειασμα», «τσίχλα για τα μάτια», «περνάω την ώρα μου», ακυρώσεις νυχτερινών εξόδων, ποίηση εμπνευσμένη από παίχτες, ηλεκτρονικοί προπηλακισμοί, επηρεασμός πολιτικού λόγου, είναι ενδεικτικές αντιδράσεις του ελληνικού -και όχι μόνο- κοινού στο Survivor. Ωστόσο σε γενικές γραμμές το ελληνικό κοινό γοητεύτηκε με το φετινό ριάλιτι.

Η παρακολούθησή του έχει να κάνει με την ψυχική διαθεσιμότητα των τηλεθεατών ανάλογα τις μέρες και τις ώρες, σύμφωνα με την επίκουρη καθηγήτρια του Τμήματος Επικοινωνίας, Μέσων & Πολιτισμού Παντείου Πανεπιστημίου, Ιωάννα Βώβου, που έχει εντρυφήσει στα προγράμματα «ριάλιτι» και τις κοινωνικές τους αναπαραστάσεις. «Εντείνει την εκτόνωση που χρειάζεται ο κόσμος. Υπάρχουν πολλές αξιόλογες δουλειές στην κινηματογραφική παραγωγή τα τελευταία χρόνια, που βραβεύονται σε φεστιβάλ, π.χ. για την κρίση, τις οποίες όμως ο κόσμος δεν θέλει να τις δει, γιατί δεν θέλουμε να δούμε απαραίτητα το τι συμβαίνει στην μυθοπλασία ή σε ένα ψυχαγωγικό πρόγραμμα. Το να πας να δεις ένα θέατρο χρειάζεται δέσμευση, χρονική και οικονομική επένδυση ενώ αντίθετα το Survivor είναι εύκολα προσβάσιμο, είναι εκεί μπροστά μας».

Ξεκίνησε το 2003 αλλά το βλέπουμε μανιακά τώρα. Γιατί;

Αν και το Survivor ήρθε στην Ελλάδα το 2003, ωστόσο δεν γνώρισε τέτοια επιτυχία. Γιατί συνέβη άραγε αυτό; «Ίσως έχει αλλάξει εντελώς η γενιά και τα παιδιά που παρακολουθούνε τώρα, τότε ήταν αγέννητα, δηλαδή κάποιες γενιές το βλέπουν πρώτη φορά και τα αγωνίσματα ήταν κάτι που τράβηξε», λέει η Λίλυ Πυράκη, η δημοσιογράφος που καλύπτει ειδησεογραφικά για τον ΣΚΑΪ το Survivor. Αν και το γιατί ο κόσμος το βλέπει περισσότερο σήμερα παρά πριν χρόνια χρειάζεται έρευνα, για την κ. Βώβου, η ίδια λέει ότι «παλαιότερα υπήρχαν σειρές, υπήρχαν και άλλα reality υπήρχαν ενδεχομένως και χρήματα να βγαίνει ο κόσμος έξω. Το θέμα της επιβίωσης (survivor) τότε δεν ήταν τόσο συνείδηση μιας μεγάλης μερίδας Ελλήνων. Τώρα εδώ είναι μια άλλη εκδοχή της επιβίωσης σε ακραίες καταστάσεις».

Σήμερα ζούμε την τηλεοπτική εποχή που κυριαρχούν παράδοξα από τη μία εκπομπές δημιουργίας περίτεχνων φαγητών από επίδοξους μάγειρες και από την άλλη προγράμματα που κυνηγάνε το φαγητό σε μια ζούγκλα, ενώ την ίδια στιγμή ο κόσμος επενδύει ακόμα και συναισθηματικά σε αυτά τα παιχνίδια επιδεικνύοντας έναν οπαδισμό. «Η τηλεόραση είναι ένα σύμπτωμα», υπογραμμίζει η Ιωάννα Βώβου, «δηλαδή τι συμβαίνει τη δεδομένη στιγμή σε κάποιες κοινωνίες και γίνεται θέαμα ένα παιχνίδι όπου υπάρχει αυτή η σύμβαση κακουχίες, έλλειψη νερού, φαγητού κτλ; Τέτοιου είδους προγράμματα μπαναλοποιούν να παίρνει κάποιος ηδονή βλέποντας τον άλλον σε ευτελιστική ας πούμε θέση, δηλαδή ο τηλεθεατής αισθάνεται ανώτερος».

Παρεμβάσεις της παραγωγής: Πόσο αυθεντικά είναι όσα βλέπουμε στην οθόνη;

Στα ριάλιτι συχνά σχολιάζεται η αυθεντικότητα των παιχτών και των καταστάσεων που διαδραματίζονται στην οθόνη. Πολλές φορές τέτοιες προσεγγίσεις φτάνουν μέχρι και σε συνωμοσιολογικού τύπου ερωτήματα, όπως για παράδειγμα αν η παραγωγή μπορεί να επηρεάζει το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας για την παραμονή συγκεκριμένων παικτών. Στο αμερικανικό Survivor η παραγωγή επηρεάζει τις εξελίξεις ανάλογα με την τηλεθέαση όπως αναφέρει σε μελέτη της η Natasha Harrison, ωστόσο μιλώντας για το ελληνικό Survivor η Λιλύ Πυράκη αναρωτιέται «Και γιατί να συμβαίνει κάτι τέτοιο στο [ελληνικό survivor]; Αυτή τη στιγμή είναι τόσο δημοφιλές όλο αυτό το προϊόν που και να πεις ότι παιδιά ψέματα ήταν όλα αυτά, τον κόσμο δεν τον νοιάζει, έχει κολλήσει». Στο σύνολό του το παιχνίδι βασίζεται στην αυθεντικότητα των παιχτών και όχι σε κάποιο σενάριο.

Και όμως υπάρχει ένα υποτυπώδες σενάριο που εμπεριέχει και... telemarketing

Η Ιωάννα Βώβου θεωρεί ότι αυτά τα παιχνίδια διεκδικούν να μας δείξουν μια πραγματικότητα σε ένα γιγάντιο φυσικό ντεκόρ. «Σίγουρα υπάρχει ένα υποτυπώδες σενάριο, αν όχι με την κλασική έννοια του όρου, υπάρχει τουλάχιστον παρέμβαση για να καθοδηγηθούν τα πράγματα ακόμα και για διαφημιστικούς λόγους. Οι ίδιοι οι παίκτες ενσωματώνονται μέσα στο υποτυπώδες έστω σενάριο, "πώς θα πιάσω το παγωτό", "μετά θα δοκιμάσω την άλλη γεύση", μετά μπαίνουν στο τζακούζι, τρώνε ένα παγωτό και μετά λένε και την εμπειρία τους ενώ παράλληλα υπάρχει και το λογότυπο του προϊόντος. Έτσι όπως είναι το telemarketing».

Ενώ η παραγωγή ισχυρίζεται ότι τα αγωνίσματα ήταν αυτά που ενθουσίασαν τον κόσμο, τα οποία και υπερίσχυσαν του κουτσομπολιού και του ριάλιτι, η κ. Βώβου, αντίθετα, υποστηρίζει ότι «δεν είναι μόνο τα αγωνίσματα, αυτά έχουν πολύ λιγότερο ενδιαφέρον. Ενδιαφέρον έχει η δυναμική μεταξύ των παιχτών, οι ανθρώπινες σχέσεις, το κουτσομπολιό κτλ. Η παραγωγή διεκδικεί ότι όλα αυτά είναι αληθινά αλλά πρόκειται για μια φτιαχτή πραγματικότητα της οθόνης που διαμορφώνεται in vitro. Δεν θα υπήρχε εκτός οθόνης αν δεν ήταν οι κάμερες. Το ίδιο συμβαίνει και στα ενημερωτικά ρεπορτάζ, όπου συχνά γίνονται πολλές λήψεις γεγονός που ξεχνούν και οι ίδιοι οι δημοσιογράφοι». Κατ' αυτό τον τρόπο δημιουργείται μια σύγχυση προσποιητού και αυθεντικού και ακριβώς πάνω σε αυτή τη σύγχυση, υποστηρίζει η κ. Βώβου «προκαλείται όλο το ενδιαφέρον, καθώς αυτά τα παιχνίδια ιλίγγου (λόγω αγωνισμάτων) τα παρακολουθούμε όχι μόνο γιατί έχουν σασπένς αλλά επειδή πατάνε πάνω στο καθεστώς αυθεντικότητας. Σαν να βλέπουμε ένα σίριαλ, με την πλοκή, τις καταστάσεις και τους χαρακτήρες. Έχει στοιχεία σαπουνόπερας αλλά έχει μεγαλύτερο ενδιαφέρον από τη σαπουνόπερα, γιατί δεν είναι ηθοποιοί αλλά άνθρωποι του πραγματικού κόσμου, οι οποίοι όμως παίζουν έναν ρόλο, τον ρόλο του εαυτού τους σε ένα φυσικό ντεκόρ εντός συνθηκών και συμβάσεων τις οποίες όμως δεν συναντούμε στην καθημερινότητα».

Συνδυάζοντας τα best of άλλων φορμάτ

Ενώ στις ΗΠΑ, που το έπαθλο είναι δεκαπλάσιο του ελληνικού, τουλάχιστον μέχρι το 2013 το Survivor έδειχνε να χάνει τηλεθέαση (10 εκ. τηλεθεατές στην 26 σεζόν σε αντίθεση με τα 30 εκ. τηλεθεατών της δεύτερης), στην Ελλάδα φέτος γνώρισε άνευ προηγουμένου επιτυχία. Η διευθύντρια προγράμματος του ΣΚΑΪ κ. Άλκηστις Μαραγκουδάκη δήλωσε ότι «ήταν η ώρα του να έρθει». Η επιτυχία όμως εξηγείται. Αν για παράδειγμα παρακολουθήσει σήμερα κανείς μια παλαιότερη εκπομπή του Big Brother θα τη θεωρήσει μάλλον πολύ βαρετή. Ο λόγος είναι τα απίστευτα κενά ροής τα οποία οι δημιουργοί του Survivor φρόντισαν να καθαρίσουν στο μοντάζ «κρατώντας τα πιο "ζουμερά"», λέει η επικ. καθηγήτρια από το Πάντειο. «Παίρνουμε τη μυθοπλασία, τις σκηνές που δημιουργούνται, παίρνουμε στοιχεία παιχνιδιών ιλίγγου-σασπένς ανταγωνισμού και φυσικά το πρόγραμμα διαφήμιση. Οπότε δανείζεται στοιχεία από πολλά είδη format όλες τις εμπειρίες και ό,τι έχει δουλέψει με επιτυχία τα ανασκευάζει και τα αναμιγνύει. Έτσι αυτή η μίξη παιχνιδιού, φανταστικού και πραγματικού δημιουργεί μια σύγχυση, ποιο είναι το κομμάτι των αυθεντικών σχέσεων, χαρακτήρων και ποιο το κομμάτι του φτιαχτού. Είναι σαν να λειτουργεί η τηλεόραση σαν τεράστια χοάνη και αυτό με μαρκετινίστικους όρους είναι επιτυχές». Γι' αυτό και για την κ. Βώβου είναι παγίδα να θεωρηθεί το Survivor ως μικρογραφία της πραγματικότητας. «Η τηλεόραση εξάλλου δεν είναι ο διάφανος καθρέπτης που αντικατοπτρίζει την πραγματικότητα και αυτό διότι παρεμβάλλεται η παραγωγή, οι στρατηγικές των παιχτών, το σενάριο και το σημαντικότερο η γωνία λήψης».

Survivor: Είναι πράγματι ο νεοφιλελευθερισμός σε ριάλιτι;

Η κοινωνική ανθρωπολόγος και μεταδιδακτορική ερευνήτρια στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών στο ΑΠΘ, Αιμιλία Βουλβούλη σχολιάζοντας το δημοφιλές ριάλιτι λέει ότι το concept του μοναδικού επιζήσαντα, του Sole Survivor όπως λέγεται στην αμερικανική έκδοση του Survivor, που νικάει και τα παίρνει όλα (winners takes all), παρουσιάζει πάρα πολύ καλά η ταινία Ρόκυ Μαλμπόα. Ο φτωχός πλην ταλαντούχος πυγμάχος που κατάφερε να επικρατήσει μέσα στη ζούγκλα της κοινωνίας την εποχή της μεγάλης νεοφιλελεύθερης στροφής των ΗΠΑ την δεκαετία του 1980. «Νομίζω ότι δεν είναι καθόλου τυχαίο το τραγούδι της ταινίας "eye of the tiger"», λέει η κοινωνική ανθρωπολόγος, «παρακολουθήστε τους στίχους του, ότι είμαι εδώ για να νικήσω, να επιβιώσω των δυσκολιών και μάλιστα το συγκρότημα λέγεται και Survivor συμπτωματικά. Τα λόγια δεν είχαν επιλεγεί τυχαία». H κ. Βουλβούλη συνδέοντας το ριάλιτι με τον φιλελευθερισμό υπογραμμίζει ότι «υπάρχει αυτή η ιδεολογία του φιλελευθερισμού, αυτό το οποίο πρεσβεύει είναι ο κοινωνικός δαρβινισμός, δηλαδή σε μια ελεύθερη αγορά όπου δεν παρεμβαίνει κανείς προκειμένου να αυτορυθμίζεται μόνη της, μέσα σε μια ζούγκλα στην οποία ο ισχυρότερος νικάει. Ο ισχυρότερος οργανισμός, το ισχυρότερο φυσικό πρόσωπο, η ισχυρότερη επιχείρηση. Επομένως όλο αυτό το concept του Survivor, έρχεται και δένει πάρα πολύ καλά με όλη αυτή την ιδεολογία. Όπως έλεγε και ο Δαρβίνος, τα ισχυρότερα είδη επικρατούν έτσι επικρατεί και ο survivor».

Το γεγονός ότι ο κόσμος βλέπει αυτό το διασκεδαστικό προϊόν δεν σημαίνει ότι το κάνει επειδή συμφωνεί με αυτό. Σύμφωνα με την Αιμιλία Βουλβούλη «το κάνει διότι ταυτίζεται με αυτό το οποίο βλέπει στο γυαλί και αυτό διότι αφενός ξέρει ότι είναι παιχνίδι και αφετέρου, δεν το ζει ο ίδιος αλλά κάποιος άλλος με δική του επιλογή. Οι παίχτες προσπαθούσαν να επιβιώσουν στη ζούγκλα και εμείς στην πραγματική ζούγκλα του νεοφιλελευθερισμού. Η απήχηση αυτού του παιχνιδιού συγχρονίζεται με τη φιλοσοφία της πραγματικότητας την οποία ζούμε, δηλαδή ο τηλεθεατής ταυτίζεται με τον παίχτη που προσπαθεί να τα καταφέρει παρά τις αντιξοότητες. Στη ζούγκλα όμως, όπως και στην κοινωνία την οποία ζούμε», συμπεραίνει κοινωνική ανθρωπολόγος, «δεν υπάρχει κανένας κανόνας ή μάλλον ο κανόνας είναι ο κανόνας της αγοράς και η αγορά πάντα νικάει. Για να νικήσει κανείς πρέπει να χάσει άλλος».

Φέρνοντας την φιλελεύθερη δημοκρατία στις ζούγκλες του Αγίου Δομίνικου: Επικρατεί όποιος προσαρμόζεται και συνεργάζεται

Αντίθετα ο Αριστείδης Χατζής, Αν. Καθηγητής Φιλοσοφίας & Θεωρίας Θεσμών, στο Τμήμα Ιστορίας & Φιλοσοφίας της Επιστήμης του ΕΚΠΑ, διαφωνώντας κάθετα με την εικόνα της αγοράς που παρουσιάζεται πιο πάνω, λέει πως «το αστείο είναι ότι με το Survivor συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο: υποτίθεται ότι βασίζεται στην ιδέα της "κατάστασης της φύσης", από την οποία το άτομο γλυτώνει δημιουργώντας την civil society, δηλαδή την κοινωνία με κανόνες, που θα καταλήξει να είναι μια φιλελεύθερη δημοκρατία».

Εξάλλου, όπως αναφέρει ο κ. Χατζής «ο φιλελευθερισμός προηγείται του δαρβινισμού ενώ ο ίδιος ο Δαρβίνος επηρεάζεται από τα γραπτά π.χ του Adam Smith για την αυθόρμητη τάξη αλλά και τη συνεργασία. Oι ιδέες αυτές σε καμία περίπτωση δεν επιτρέπεται να ταυτιστούν με το επιχείρημα-σκιάχτρο της επικράτησης του ισχυρότερου αλλά με την επικράτηση αυτού που προσαρμόζεται καλύτερα (στην περίπτωση του ανθρώπινου είδους, μάλιστα, αποκλειστικά μέσω της συνύπαρξης και της συνεργασίας)». Ανάλογη περιγραφή του παιχνιδιού είχε δώσει και ο Jeff Probst, παρουσιαστής του αμερικανικού Survivor το 2013, απαντώντας σε πανεπιστημιακή ερευνήτρια που εκπονούσε εργασία για το ριάλιτι: «Πρόκειται για εκτίμηση [καταστάσεων] και προσαρμογή [σε αυτές], όπως στη ζωή. [Οι παίκτες] πρέπει να "διαβάζουν" τους υπόλοιπους συμμετέχοντες και να προσαρμόζονται ανάλογα».

Χωρίς να αρνείται τις παθογένειες της αγοράς και την αναγκαιότητα παρεμβάσεων, ο Αριστείδης Χατζής εναντιώνεται στις απόπειρες δαιμονοποίησης της αγοράς που, όπως σημειώνει, αντανακλούν ιδεοληπτικές φαντασιώσεις και παρουσίασής της ως παιγνίου μηδενικού αθροίσματος. «Κάτι τέτοιο προδίδει άγνοια» τονίζει, «καθώς η αγορά δημιουργεί πλούτο (παίγνιο θετικού αθροίσματος) και ο πλούτος αυτός μειώνει τη φτώχεια. Ο πληθυσμός της υφηλίου που ζει σε συνθήκες ακραίας φτώχειας μειώθηκε, λόγω της παγκοσμιοποίησης, από 2 δισ. το 1990 σε 700 εκ. το 2015. Οι χώρες που έχουν τις πιο ανοικτές αγορές είναι οι πλουσιότερες, αυτές στις οποίες η οικονομική ανισότητα είναι η μικρότερη, η ευημερία διαχέεται στο μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού, το κράτος πρόνοιας είναι γενναιόδωρο και τα δημόσια αγαθά προστατεύονται καλύτερα».

Ανεξαρτήτως ιδεολογικής προσέγγισης του εν λόγω ριάλιτι, παραμένει ελπίδα -έστω και μικρή- η εμφάνιση περισσότερων εναλλακτικών προγραμμάτων για την ερχόμενη τηλεοπτική χρονιά. Ίσως μόνο τότε αποδειχτεί αν το Survivor επιβιώνει επειδή δεν υπάρχει πλουραλισμός προγραμμάτων και ποιοτική ευρύτερα τηλεόραση και αντί ο κόσμος να στήνει μια «παράλληλη ζωή» δίπλα σε μια εκπομπή, να συνειδητοποιήσει ότι παρακολουθεί απλώς ένα τηλεοπτικό πρόγραμμα που γι' αυτόν τελειώνει όταν πέσουν οι τίτλοι τέλους.

|

Δημοφιλή