Η άρνηση της Γενοκτονίας των Ελλήνων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (1914-1923)

Ενδιαφέρον έχουν τα πληθυσμιακά μεγέθη και οι απώλειες. Αν για τους Αρμένιους είναι γνωστά κάποια μεγέθη, για τους Έλληνες της Ανατολής (στον Πόντο, Ιωνία, Βιθυνία,κ.ά. και στην Ανατολική Θράκη) είναι σχετικώς άγνωστα. Πριν την έναρξη της Γενοκτονίας (1914) ανερχόταν σε 2.2. εκατομμύρια άτομα, παρ' ότι υπάρχουν μελέτες που ανεβάζουν τον αριθμό σε 2.5. Η επόμενη καταμέτρησή τους ως πρόσφυγες έγινε το 1928 όπου καταμετρήθηκαν περίπου 1.25 εκατομμύρια άτομα. Κάποιες σοβαρές μελέτες εντοπίζουν τον πραγματικό αριθμό «αγνοουμένων» σε 700-800.000. Ποτέ δεν θα γίνει γνωστός ο ακριβής αριθμός, γιατί τα ζητήματα αυτά παρέμειναν αποκλεισμένα από το επίσημο ενδιαφέρον των αστικών δυνάμεων.
eurokinissi

Όταν η αμάθεια συναντά την προκατάληψη

Ένα από τα πλέον αξιοσημείωτα φαινόμενα της Μεταπολίτευσης, που προκαλεί όμως ακόμα τη μέγιστη δυνατή αμηχανία, είναι η ανάδυση ενός διεκδικητικού προσφυγικού λόγου για πρώτη φορά μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή του 1922 και μιας προσπάθειας για ενσωμάτωση στο συλλογικό ελλαδικό αφήγημα της εξοβελισμένης έως εκείνη τη στιγμή ιστορικής εμπειρίας των προσφυγικών πληθυσμών. Διατυπώθηκε κατά τις δεκαετίες ΄80 και '90 ένα ανατρεπτικό -με βάση τις έως τότε καθεστωτικές αντιλήψεις- αίτημα από τα κάτω: το αίτημα για αναγνώριση της Γενοκτονίας που υπέστησαν από τους Νεότουρκους και τους κεμαλικούς, 1914-1923. Η ριζοσπαστικοποίηση του ποντιακού σε πρώτη φάση χώρου οφειλόταν στη δράση πολιτικών ομάδων κατά τη δεκαετία του '80, που προέρχονταν από την εξωκοινοβουλευτική Αριστερά (ΠΠΣΠ και όχι μόνο) και απ' τους «Ιταλούς» του ΠΑΣΟΚ.

Ο προσφυγικός λόγος που συνόδευε αυτές τις πρώτες προσπάθειες ήταν απόρροια της ριζοσπαστικοποίησης που επέφερε σε νέους της τρίτης γενιάς των προσφύγων η εξωκοινοβουλευτική Αριστερά, αλλά και η εμφάνιση ενός νέου μεγάλου μεταναστευτικού κύματος των Ποντίων της ΕΣΣΔ προς την Ελλάδα (τέλη δεκαετίας του '80 ώς και την πρώτη δεκαετία αυτού του αιώνα), που στο μεγαλύτερο ποσοστό προέρχονταν από τη μικρασιατική προσφυγιά, έχοντας εγκλωβιστεί στην ΕΣΣΔ και βιώνοντας τόσο τις καλές όσο και τις κακές της μέρες.

Η προσπάθεια αυτή ήταν πετυχημένη τελικά, ανεξάρτητα από τον χαοτικό, ελλειμματικό και ελάχιστα συστηματοποιημένο τρόπο με τον οποίο εκφράστηκε. Ήταν πετυχημένη γιατί:

-διαμορφώθηκε μια Κοινωνία των Πολιτών

-ως μια πρωτόγνωρη αλλαγή στην παραδοσιακή κοινωνικοπολιτική λειτουργία,

-ευνόησε το timing, γιατί «πιάστηκε στον ύπνο» ο αντιδραστικός αντιπροσφυγικός εσμός,

-υποχώρησε η αντιπροσφυγική στάση που είχε έως τότε το αστικό σύστημα εξουσίας (με κορύφωση τις δικτατορίες Μεταξά και Απριλιανών) και

-ασκήθηκε ένα αποτελεσματικό lobbying από προσφυγικής καταγωγής βουλευτές.

Ποιο ήταν το ιστορικό γεγονός

Το ιστορικό γεγονός που διχάζει, είναι απόρροια της πολιτικής που επέλεξε ο ακραίος, μιλιταριστικός τουρκικός εθνικισμός να μετατρέψει την πολυεθνική προνεωτερική Αυτοκρατορία σε μονοεθνικό κράτος. Ήδη από το 1911 αποφασίστηκε η εξόντωση των χριστιανικών ομάδων, από το 1912 οργανώθηκαν οι παρακρατικοί μηχανισμοί και από το 1914 τέθηκε σε εφαρμογή το γενοκτονικό σχέδιο. Η διαδικασία αυτή ουδόλως εξαρτήθηκε από τις διακρατικές σχέσεις μεταξύ Ελλάδας και νεοτουρκικής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Το πεδίο ερμηνείας βρίσκεται καθαρά εντός της οθωμανικής πολιτικής. Σχετίζεται με τη μεγάλη σύγκρουση των προνεωτερικών φεουδαρχικών και γραφειοκρατικών στρωμάτων που εξέφρασαν οι Νεότουρκοι ακροδεξιοί με την προοδευτική αστική τάξη των ραγιάδων που πίστευε σε ένα δημοκρατικό μετασχηματισμό του κοινού οθωμανικού σπιτιού.

Η περίοδος του ελλαδο-τουρκικού πολέμου (1919-1922) αποτελεί μια από τις φάσεις (την τελική βεβαίως) της ιστορικής διαδικασίας που είχε ξεκινήσει πολύ πριν την εμπλοκή της Ελλάδας. Η οποία Ελλάς έχει και τις δικές της τεράστιες ευθύνες γιατί με την ανερμάτιστη πολιτική της οδήγησε στη νίκη του πιο ακραίου από τα ολοκληρωτικά κινήματα του Μεσοπολέμου, του Κεμαλικού. Και επιπλέον η ίδια παρέδωσε συνειδητά στους Νεότουρκους νικητές τους ελληνικούς και αρμενικούς πληθυσμούς της Δυτικής Μικράς Ασίας. Με δύο λόγια, η Γενοκτονία των ελληνορθόδοξων, αρμενικών και ασσυριακών πληθυσμών από τους Νεότουρκους και τους Κεμαλικούς, δεν έχει καμιά σχέση με τις ελλαδο-τουρκικές περιπέτειες. Αφορά αποκλειστικά ενδοοθωμανικές διεργασίες.

Οι απώλειες και η νεοελληνική ιδεολογία

Ενδιαφέρον έχουν τα πληθυσμιακά μεγέθη και οι απώλειες. Αν για τους Αρμένιους είναι γνωστά κάποια μεγέθη, για τους Έλληνες της Ανατολής (στον Πόντο, Ιωνία, Βιθυνία,κ.ά. και στην Ανατολική Θράκη) είναι σχετικώς άγνωστα. Πριν την έναρξη της Γενοκτονίας (1914) ανερχόταν σε 2.2. εκατομμύρια άτομα, παρ' ότι υπάρχουν μελέτες που ανεβάζουν τον αριθμό σε 2.5. Η επόμενη καταμέτρησή τους ως πρόσφυγες έγινε το 1928 όπου καταμετρήθηκαν περίπου 1.25 εκατομμύρια άτομα. Κάποιες σοβαρές μελέτες εντοπίζουν τον πραγματικό αριθμό «αγνοουμένων» σε 700-800.000. Ποτέ δεν θα γίνει γνωστός ο ακριβής αριθμός, γιατί τα ζητήματα αυτά παρέμειναν αποκλεισμένα από το επίσημο ενδιαφέρον των αστικών δυνάμεων.

Μόνο που η πολιτική της λήθης και της αμφισβήτησης της Μνήμης των προσφύγων του '22, διαχύθηκε σε όλο το φάσμα δραστηριοτήτων και αποτέλεσε ουσιαστικό συστατικό στοιχείο της μετά το '22 νεοελληνικής ιδεολογίας. Ιδεολογία η οποία επιβιώνει με έναν ιδιαιτέρως έντονο τρόπο σε πολιτικούς χώρους που θα έπρεπε να έχουν ήδη ενσωματώσει στη ματιά τους, αλλά και στη ρητορική τους, τους προσφυγικούς προβληματισμούς και να είχαν ήδη κατανοήσει ότι το ζήτημα αυτό αφορά τη βίαιη πολιτική μιας σκληρής εξουσίας κατά μειονοτικών πληθυσμών. Αντιθέτως συναντούμε σήμερα την εκφορά ενός παράδοξου απολογητικού προς τους Νεότουρκους, εμπαθούς και αντιπροσφυγικού λόγου, που επιδιώκει την αθώωση του θύτη και το στιγματισμό του θύματος.

Η φύση των εθνικών εκκαθαρίσεων που συνέβησαν στην οθωμανική Ανατολή και η μέθοδος, μέσα από την οποία πρέπει να τις προσεγγίζει ένας μελετητής, έχει παρουσιαστεί με εξαιρετική σαφήνεια από τον ιστορικό Halil Berktay: «Η αλήθεια δεν είναι διαπραγματεύσιμη, όμως μπορεί να διδαχθεί. Τα τελευταία 10 χρόνια η συμπεριφορά γύρω από την Γενοκτονία έχει μαλακώσει...Ωστόσο η κατάχρηση της λέξης "Γενοκτονία", την αποδυναμώνει και προκαλεί αγανάκτηση. Ο όρος είναι δύσκολος και επικίνδυνος. Πιστεύω ότι υπήρχε μόνο μία Γενοκτονία και δεν εννοώ ότι αυτό που συνέβη στον Πόντο δεν ήταν Γενοκτονία. Αντίθετα, λέω ότι οι Ενωτικοί, δηλαδή η ηγεσία της "Επιτροπής Ένωση και Πρόοδος", κυρίως δε ο Ταλαάτ, είχαν ένα μαζικό σχέδιο για τον εκτουρκισμό της Ανατολίας. Και αυτό εφαρμόστηκε στους Αρμενίους, τους Ποντίους και τους Ασσυρίους. Προτιμώ να το βλέπω ως ένα ενιαίο σχέδιο, που και το κάνει και πιο εύκολα συζητήσιμο και κατανοητό».

*Το βιβλίο του Βλάση Αγτζίδη «Μικρά Ασία: ένας οδυνηρός μετασχηματισμός (1908-1923)» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Παπαδόπουλος.

Δημοφιλή