Είμαι στο αυτοκίνητο με το aircon στο φουλ, χωρίς καμία ελπίδα επιβίωσης, καθώς οδηγώ ένα συμπαθητικό κουβαδάκι που μέχρι να καταφέρει να δροσίσει αγκομαχώντας εγώ έχω διανύσεις τις περισσότερες από τις πιθανές διαδρομές που κάνουμε παρέα.
Κατεβαίνω την Κηφισίας, την πιο πολυαγαπημένη λεωφόρο όλων των εποχών και ακούω ένα χαλί στο ραδιόφωνο που μάλλον είναι Bon Jovi γιατί το τελευταίο τρίμηνο έχω την εντύπωση ότι όποτε ανοίγω ραδιόφωνο ακούω Bon Jovi. Απλά.
Σταματάω στο κόκκινο. Κοιτάω αριστερά. Μία μαμά κρατάει από το χέρι την κόρη της, περίπου 12 χρονών. Κοιτάζονται συνωμοτικά, γελάνε σα να κάνουν αταξία γιατί το φανάρι των πεζών απέναντι είναι κόκκινο και διασχίζουν το δρόμο τρέχοντας, πιασμένες χέρι με χέρι.
Έχουν και οι δύο σκούρα, ίσια μαλλιά πιασμένα ψηλά, είναι ψηλές με ολόιδιες ίσιες γάμπες και φοράνε αυτά τα φλούο μπλουζάκια που σιχαίνομαι, σε διαφορετικά χρώματα. Η μικρή είναι προφανώς βελτιωμένο μοντέλο της μαμάς, που κάποτε είναι προφανέστατο ότι ήταν ίδια με την κόρη η οποία όταν την κοιτάει θα πρέπει να βλέπει το μέλλον της, σαν από κρυστάλλινη σφαίρα.
Το φανάρι μου ανάβει πράσινο. Τους κάνω νόημα να περάσουν. Μου χαμογελάνε με ίδιο τρόπο, απλά το ένα χαμόγελο είναι πλαισιωμένο με ψιλές ρυτίδες, σηκώνουν το χέρι για ευχαριστώ παρόμοια, το ένα δάχτυλο φοράει βέρα. Διασχίζουν το δρόμο αγκαλιά και χάνονται από τον καθρέφτη μου.
Μια συνηθισμένη εικόνα στο δρόμο της Αθήνας, αναρωτιέμαι γιατί κόλλησα, γιατί μέχρι να φτάσω στο σπίτι σκεφτόμουν τι σπουδαία σχέση είναι αυτή, της Μαμάς με την Κόρη της.
Στεναχωρήθηκα που εγώ δεν κρατάω τη δικιά μου από το χέρι και που με όλες τις αμέτρητες υποχρεώσεις δεν καταφέρνουμε να κάνουμε μια βόλτα στο δρόμο μαζί, οι δυο μας, θαύμασα το πόσο τελικά τους μοιάζουμε και ας μη θέλουμε να το παραδεχτούμε, πόσο η αύρα της μαμάς μάς προσδιορίζει εξαλείφοντας χαρακτηριστικά που μπορεί να μας διαφοροποιούν.
Μαγεία, ρε. Αυτά τα ωραία, τα μαμαδίστικα, σε εκείνες τις συχνότητες που κανείς άλλος δεν πιάνει. Τα λίγο παλ χρώματα, τα τρυφερά, που καμια φορά δεν θες να ομολογήσεις γιατί είσαι ούλτρα κουλ ούτως ή άλλως, αλλά κάθονται πάνω στην καρδιά σου και την παρενοχλούν όταν βρίσκουν έδαφος.
Έκατσαν στην καρδιά μου αυτή η μαμά με αυτή την κόρη.
Σκέφτηκα τη δικιά μας αλυσίδα και μία φωτογραφία που έχουμε αγκαλιασμένες οι τρεις - γιαγιά, μαμά και κόρη, αναρωτήθηκα γιατί έχουμε μόνο μία, θέλω περισσότερες φωτογραφίες και με τη μαμά μου περισσότερες αγκαλιές. Τα αυτονόητα δηλαδή.
(το ότι βούρκωνα μέχρι να φτάσω σπίτι επειδή απλά εκείνες οι δύο περνούσαν το δρόμο, δεν το λες και αυτονόητο πάντως).
Για περισσότερη Γιολίνα Μπρούσαλη, πατήστε ΕΔΩ.