Κυριακή των Εκλογών: η Μέρα της Μαρμότας. Οι κάλπες θα ανοίξουν, οι λωτοφάγοι ψηφοφόροι θα σπεύσουν να ρίξουν την ψήφο...and the game is on.
Το θέατρο του παραλόγου συνεχίζεται, ένας 'λαός-χαμστεράκι' τρέχει αδιάκοπα μέσα σε λήθη τον ίδιο τροχό της ματαιότητας, ατελείωτα χιλιόμετρα στο πουθενά, ένα αδιάλειπτο revolvere, περιστρέφεσθαι, μία revolution, επ-ανά-σταση, που στο πολιτικό συγκείμενο μπορεί να σημαίνει την ριζική αλλαγή, αλλά στην κυριολεξία και στην πολιτική πραγματικότητα που ζούμε σημαίνει ακριβώς την επαναφορά κατόπιν περιστροφής στο ίδιο αρχικό σημείο.
Η Μέρα της Μαρμότας ξανά και ξανά, αργά και βασανιστικά, με τη διαφορά ότι δεν μαθαίνουμε ούτε ένα νέο στοιχείο για να αλλάξουμε τους όρους του παιχνιδιού προς όφελός μας.
Οι πολιτικοί μας επιδίδονται και πάλι στην προκάτ ρητορική τους, παπαγαλίζουν στα πάνελ τις ίδιες χιλιοειπωμένες ρήσεις, όπως αυτή του Bismarck, ότι δηλαδή «η πολιτική είναι η τέχνη του εφικτού», αγνοώντας ότι ο ίδιος είχε πει επίσης ότι «τα μεγαλύτερα ψέματα λέγονται ύστερα από το κυνήγι, κατά τη διάρκεια του πολέμου και πριν από τις εκλογές
Όρους που συνεχίζουν να θέτουν αυτοί που ζητούν τη νομιμοποίηση της ύπαρξης και της εξουσίας τους, οι κομματάρχες, για να μας βγάλουν ξανά από τα αδιέξοδα που μας οδήγησαν οι ίδιοι. Θα μας «σώσουν» και πάλι, αλλά, ως «γνήσιοι» δημοκράτες, πρώτα θα μας ρωτήσουν: «Υπάρχουν οι εξής x κομματικές επιλογές, διαλέγετε και παίρνετε. Εμείς σας ρωτήσαμε». Multiple choice θα πει κανείς, στημένη αρένα κομματικής κοκορομαχίας θα αποδειχτεί και πάλι. Εκλογές του blame game, παίγνιο ενοχοποίησης, «εσύ φταις», «όχι, εσύ φταις». Ο λαός έχει τον πρώτο λόγο και αυτήν την Κυριακή (;) Ακούγεται ως ανέκδοτο. Μάλλον ως μαρτυρική επανάληψη μετα-αποκαλυπτικού δράματος (Edge of Tomorrow), με τα ίδια παθήματα αλλά μετεξεταστέο και πάλι τον ψηφοφόρο.
Οι πολιτικοί μας επιδίδονται και πάλι στην προκάτ ρητορική τους, παπαγαλίζουν στα πάνελ τις ίδιες χιλιοειπωμένες ρήσεις, όπως αυτή του Bismarck, ότι δηλαδή «η πολιτική είναι η τέχνη του εφικτού», αγνοώντας ότι ο ίδιος είχε πει επίσης ότι «τα μεγαλύτερα ψέματα λέγονται ύστερα από το κυνήγι, κατά τη διάρκεια του πολέμου και πριν από τις εκλογές». Ένα άλλο αγαπημένο τους σλόγκαν είναι βέβαια και το «η δημοκρατία δεν έχει αδιέξοδα». Ίσως και να ήταν έτσι, εφόσον όμως υπήρχε όντως δημοκρατία, διότι τώρα τα αδιέξοδα είναι εκεί, αμετακίνητα, χάρη στην άσκηση της εξουσίας από τα κόμματα. Μια ψευδο-δημοκρατία, μία κίβδηλη δημοκρατία των κομμάτων.
Γιατί όμως δημοκρατία και κομματικό σύστημα είναι ασύμβατες έννοιες; Βλέποντας το κόμμα από τα μέσα του, αρκεί για να απαντηθεί το ερώτημα.
Φύσει και θέσει ανταγωνιστικά. Τα κόμματα έχουν φύσει συγκρουσιακό χαρακτήρα, είναι ανταγωνιστικά μεταξύ τους και οργανωμένα με αντιπαραθετική σκοπιμότητα. Δεν υπάρχει άμιλλα, αλλά πόλεμος όλων εναντίον όλων (bellum omnium contra omnes), λυκοφιλίες, και μετά άσπονδες συμμαχίες. Στη φύση του κόμματος αυτού καθαυτού, είναι η αποσπασματικότητα, ο δογματισμός, η γραφειοκρατία και η κάθετη ιεραρχία, ο συγκεντρωτισμός των εξουσιών και ο καισαρισμός των ηγετών. Στην αιχμή της μεθοδολογίας του βρίσκονται ο διαγκωνισμός στην ψευδολογία, στον ποπουλισμό, στην αποκόμιση κομματικού χρήματος. Ακόμα και νέοι ή νεαροί πολιτικοί πιθηκίζουν το μοντέλο του λαϊκιστή δημεγέρτη της δεκαετίας του 1980, ενώ παλαιές καραβάνες της πολιτικής ορέγονται νέο ρεσάλτο στην εξουσία μετά την αποκάθαρσή τους δια της τεθλασμένης, την αποτυχία δηλαδή του αντιπάλου να αντιμετωπίσει την κρίση.
Οι κομματάρχες δεν ξέρουν, δεν θα μάθουν, και δεν θα εννοήσουν ειλικρινώς ποτέ τη δημοκρατία. Σιχαίνονται την άλλη άποψη. Ζουν ακόμη σε «Πτολεμαϊκό Σύστημα», νομίζουν ότι είναι το κέντρο του σύμπαντος. Θέσει παρωπιδικοί. Δόγμα, συνανήκειν και συνασπίζεσθαι ενάντια στους αλλόδοξους, τους ζηλωτές άλλων ιδεοληψιών. Διακονούν ιδεολογίες καταγεγραμμένες ιστορικά ως καταστροφικές, φρονούν μόνοι, αποφασίζουν μέσα από μυστικοσυμβούλια, λιγώνονται μπροστά σε θώκους εξουσίας, σε άμβωνες δημεγερσίας, σε καθέδρες πολιτικής ειδημοσύνης. Κάθε κεφάλι και ένα ψηφαλάκι. Αυτή είναι η αξία που έχει ο ψηφοδότης για τον ψηφοδόχο. Η πραγμάτωση της οίησης στον πολιτικό και της χαμηλής αυτοεκτίμησης στον πολίτη.
Σε βαθύτερο λοιπόν επίπεδο πρόκειται για κόμματα-ομοιώματα, με κοινό παρονομαστή τον «εγκλεισμό», τον αυτισμό, την αυτοαναφορικότητα, την απόσπαση ενός μυριοστημόριου λογικής από την πραγματικότητα και την περιχαράκωσή του έναντι του ασύλληπτου όλου της.
Η ελληνική κοινωνία είναι σε διπολική διαταραχή, υφίσταται τη σχάση της ταυτότητάς της σε αντίρροπες τάσεις και ορμές, με παγιωμένα πλέον τον ατομικισμό και την απουσία της συλλογικότητας, την ανασφάλεια, την απόγνωση, τη σύγχυση σε σκοπούς και σε νοήματα
Διαίρει και βασίλευε - Dividing the Spoils. Το κόμμα δεν μπορεί να κρατήσει την ενότητα μιας πολιτικής κοινότητας. Το αντίθετο.
Οι ηγετικές κομματικές ομάδες και οι wirepullers με διχαστικές πολεμικές και ψευτοδιλημματικές δημαγωγίες τεμαχίζουν με όρους branding τον πολυύμνητο «λαό» σε μερίδες εκλογικής πελατείας και ξαμολιούνται για να τον εγκλωβίσουν στην λαϊκή ψήφο. Οι μειοψηφίες, κατά το κομματικό παίγνιο, επικρατούν της πλειοψηφίας, που επαναπαύεται στον ρόλο του θεατή, του ιδιώτη (idiot).
Ιδιώτευση, κομφορμισμός, καναπεδολαγνεία, καφενειοφετιχισμός, φεϊσμπουκηδονισμός, διάλογος μεταξύ κωφών, μιλάμε για να ακούσουμε μόνον τους εαυτούς μας, έχουμε δυσανεξία στις αλήθειες από ξένα χείλη. Μια έλλειψη πάθους για την άμεση συμμετοχή στα κοινά, που διευκολύνει την κρατούσα κομματοκρατική πολωτική λογική και τους φορείς της στη νομή της εξουσίας και των δημόσιων πόρων. Η ατομική ευθύνη για τα δημόσια πράγματα έχει ανατεθεί σε «επιστήμονες» της πολιτικής, έμπειρους δηλαδή στην κομματική προπαγάνδα, προικισμένους με περισσή αυθεντία για τα πολιτικά, που ξεύρουν κάλλιον ημών των κοινών θνητών και μακαρίων τω πνεύματι.
Αφού πληρώνονται αδρά για να αντιπροσωπεύουν τον ψηφοφόρο, τι δουλειά έχει αυτός στα πόδια τους; Αν ανακατευτεί στα κοινά και από ψηφοφόρος (πιόνι σε μία σκακιέρα που τον υπερβαίνει) γίνει πολίτης διεκδικώντας συμμετοχή στη νομοθέτηση, στη διακυβέρνηση και στη δικαιοσύνη, τότε θα μιλάμε για μεταβολή, για ρήξη. Ο τρόμος του κομματάρχη είναι μια αυτόνομη και αυτοθεσμιζόμενη κοινωνία, μια κοινωνία αυτοκυβέρνησης, ένας δήμος κρατών την εξουσία. Μία κοινωνία που κρίνει και αποφασίζει αφ' εαυτού της.
Είναι με αυτούς τους όρους και τις συνθήκες δυνατή η ενηλικίωση του κόμματος; Φύσει αδύνατη. Η προεκλογική περίοδος, που καθίσταται κάθε φορά σκυλοκαβγάς των μωρών, μας το υπενθυμίζει.
Καμία επαφή με την κοινωνία. Η ελληνική κοινωνία είναι σε διπολική διαταραχή, υφίσταται τη σχάση της ταυτότητάς της σε αντίρροπες τάσεις και ορμές, με παγιωμένα πλέον τον ατομικισμό και την απουσία της συλλογικότητας, την ανασφάλεια, την απόγνωση, τη σύγχυση σε σκοπούς και σε νοήματα. Θέλει εθνική κυριαρχία και αυτονομία, αλλά είναι ανέτοιμη να τα διεκδικήσει με σθένος, υπομονή, και πρόταγμα. Θέλει ευρωπαϊκό προσανατολισμό, αλλά της είναι στενότατος ομολογουμένως ο ευρωπαϊκός κορσές και προς τούτο δεν δουλεύει με ορίζοντα αλλά με βιασύνη. Δείχνει παρ' όλ' αυτά να είναι σε πιο ώριμη φάση από τους πολιτικούς αντιπροσώπους της. Οι πολιτικές ελίτ αδυνατούν να παρακολουθήσουν αυτή τη δυναμική βίαιης ωρίμανσης της κοινωνίας. Ακόμη χειρότερα, η τάξη των πολιτικών εκπέμπει σε διαφορετική συχνότητα από αυτήν της νέας γενιάς. Χάσμα. Η πρώτη αναλίσκεται σε κοινοτοπίες (banalités), η δεύτερη φαντάζεται διαφορετικά.
Οι διαιρετικές τομές (αριστερά-κέντρο-δεξιά, φιλομνημονιακός-αντιμνημονιακός, κ.ά.) αναδιατάσσονται στην κοινωνία, όχι όμως στην κομματική θεολογία, που συνηθίζει να μη διαβάζει τις πραγματικότητες και αντιδρά με χρονοκαθυστέρηση. Οι πολίτες διψούν για υπέρβαση των κομματικών στεγανών, αλλά αδυνατούν να αυτομετασχηματισθούν, να προχωρήσουν μόνοι τους στην αυθυπέρβαση. Ο άνεμος φυσά, ο ανεμοδείκτης λείπει.
Η τελευταία διακυβέρνηση του λίγο απ' όλα--του παλαιοκομματισμού, του οικουμενικού φιλελευθερισμού, του σοσιαλισμού, της ευρωπαϊκής αριστεράς και του ισοπεδωτικού μετανεωτερισμού--έκαψε και το τελευταίο χαρτί κομματικής επίλυσης του μείζονος προβλήματος, της απουσίας της δημοκρατίας. Ίσως, έπρεπε να φτάσουμε έως εδώ για να εμπεδωθεί και στον τελευταίο η αδυνατότητα της κομματικής δημοκρατίας.
Εκλογές χωρίς το πραγματικό διακύβευμα. Τι άλλο μένει; Μαζική αποχή στις προσεχείς εκλογές. Αποχή σε ποσοστό που θα συνιστά μηδενική νομιμοποίηση του εκλογικού αποτελέσματος και της αντιδημοκρατικής διαμεσολαβημένης διαδικασίας άσκησης της εξουσίας. Το αντεπιχείρημα ότι αν δεν ψηφίσεις κάποιος άλλος θα αποφασίσει εις βάρος σου είναι, και μετά την αριστερή σφραγίδα σε μνημόνιο, φαιδρό. Ήταν φαιδρό ούτως ή άλλως, αφού πάντοτε κάποιος άλλος αποφάσιζε για σένα ακόμα και όταν ψήφιζες στο πλαίσιο μιας έμμεσης, λεγόμενης και «αντιπροσωπευτικής» δημοκρατίας.
Η άμμος από την κλεψύδρα της φιλελεύθερης ολιγαρχίας των κομμάτων σώθηκε και δεν αναποδογυρίζει. Στέρεψε όμως και η τελευταία δικαιολογία για τον «πεπλανημένο» ελληνικό λαό. Πόσοι μπορούν ακόμα σήμερα να βαυκαλίζονται ότι η λύση έρχεται μέσα από την εναλλαγή των κομμάτων στην εξουσία και τον εξαγνισμό τους από ένα καθαρτήριο πέρασμα στην αντιπολίτευση ή από την αποσκίρτηση σε νέα κομματίδια; Δοκίμασε όλα τα κομματικά δισκοπότηρα, φως δεν είδε ο λαός μας, λύτρωση δεν ένιωσε. Πόση ακόμη συνενοχή; Ποια λοιπόν πιο κατάλληλη στιγμή για αυτογνωσία και αυθυπέρβαση από ετούτη; Πόσες ακόμη δικαιολογίες «ας τους δώσουμε μια ακόμη ευκαιρία»;
Πώς είναι δυνατόν οι πολιτικοί αρχηγοί, μετά από τόσες χαμένες ευκαιρίες, να ευαγγελίζονται την φυγή προς τα μπρος, μακριά από την κομματοκρατία και το ρουσφέτι, να θέλουν δηλαδή την αυτοαναίρεσή τους, μένοντας όμως στην εξουσία; Πιο πρωτότυπο θα ήταν ίσως ένα κόμμα να κατέβει στις εκλογές με σύνθημα την κατάργηση των εκλογών και των κομμάτων, και στην περίπτωση που πρωτεύσει, να αυτοκαταργηθεί μεμιάς μαζί με το κορεσμένο και νοσηρό πολιτικό σύστημα, παραχωρώντας με πραγματικό σχέδιο την κυβέρνηση στους πολίτες, ικανούς όμως να κυβερνήσουν και να κυβερνηθούν.
Αποχή από μία κατ' επίφαση δημοκρατία. Η αποχή από μία φαινομενικά πολλαπλών αλλά προκαθορισμένων επιλογών εκλογική διαδικασία δεν είναι ούτε σαμποτάζ μιας τάχα ευρύθμως λειτουργούσας παράδοσης που ευνοεί τη «σταθερότητα του τόπου» ούτε μια τροπή στην αναρχία. Ο μπαμπούλας του χάους, με τον οποίο μας σκιάζουν πολιτικοί και παρατρεχάμενοι--οι ευνοημένοι δηλαδή της κοινοβουλευτικής ολιγαρχίας--αλλά και οι εξωθεσμικοί, εξωκοινοβουλευτικοί εντολοδόχοι τους, οι πολυεθνικές και τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, οι αγορές του νεοφιλελευθερισμού και όχι η αγορά των πολιτών, δεν πείθει. Διαχέεται όμως παντού, γιατί η ατζέντα καθορίζεται από τις δυναμικές του παγκοσμιοποιημένου οικονομισμού και του τροφοδότη του, του ανεπίσχετου καταναλωτισμού, υπηρεσίες στον οποίο προσφέρουν βέβαια δια της παραπληροφόρησης, της επιλεκτικής ενημέρωσης, και της τρομολαγνείας, τα ΜΜΕ.
Η αποχή είναι συνειδητή δήλωση αποδοκιμασίας προς το αξιακά χρεοκοπημένο κομματοκρατούμενο λαοκάπηλο σύστημα και μεταστροφή της κακής συνήθειάς μας να συζητούμε την πολιτική λογομαχώντας για τους πολιτικούς και τα κομματικά τους ποίμνια, και όχι επιχειρηματολογώντας για την υπεύθυνη και άμεση εμπλοκή μας στην λήψη των αποφάσεων και στην επανενεργοποίηση μιας απονεκρωμένης δημόσιας σφαίρας. Είναι υπεύθυνη στάση απονομιμοποίησης μιας διεφθαρμένης, αδιαφανούς, συμπλεγματικής νομενκλατούρας και των αλλεργικών στη δημοκρατία αυλοκολάκων της.
Συναφής θα ήταν λοιπόν και η κατάργηση της εκλογής των κομμάτων, των απο-κομμάτων δηλαδή από την συλλογικότητα και φορέων διαιώνισης των διαιρετικών τομών. Η εκλογή θα αφορά όχι σε κόμματα αλλά σε θέσεις ευθύνης που χρήζουν αποδεδειγμένης πείρας και εξειδίκευσης, με βασικές διαδικασίες την κλήρωση, και την εκ περιτροπής άσκηση καθηκόντων, και πάνω απ' όλα, τον αυτοπεριορισμό κυβερνώντων και κυβερνωμένων, που σε αυτήν την περίπτωση αμεσοδημοκρατικής άσκησης της εξουσίας ταυτίζονται. Τα πρόσωπα σημαντικά, οι θεσμοί όμως σημαντικότεροι: οὐ γὰρ ὁ δικαστὴς οὐδ' ὁ βουλευτὴς οὐδ' ὁ ἐκκλησιαστὴς ἄρχων ἐστίν, ἀλλὰ τὸ δικαστήριον καὶ ἡ βουλὴ καὶ ὁ δῆμος. [Αριστ., Πολιτικά Γ΄]
Η (άμεση) δημοκρατία δεν είναι αναρχία και αυτοπροσδιορισμός ενός Αντι- σε όλα. Δεν είναι ακυβερνησία και ανομία. Είναι αυτοκυβέρνηση με ρητή αυτοθέσμιση (ελευθερία και ευθύνη δημιουργίας νόμων από μία αυτόνομη κοινωνία), αλλά και αυτοπεριορισμός (επαγρύπνηση για την αυθαιρεσία και για την τήρηση των ορίων της ατομικής ή συλλογικής ελευθερίας), ώστε να μη διολισθήσει το δημοκρατικό πρόταγμα σε ανεξέλεγκτες καταστάσεις, σε αναρχία, σε ολιγαρχία, σε μοναρχία.
Χρειάζεται διαρκής (αυτο-)αμφισβήτηση της δημοκρατικότητας, και συνεπώς δημοκρατικό ήθος μαζί με δημοκρατική παιδεία. Η ενασχόληση με τα κοινά είναι ευθύνη και υποχρέωση, όχι επαγγελματική αποκατάσταση και πορισμός δημόσιου πλούτου.
Ίσως στις μελλοντικές γενιές να φαίνεται ως αστείο ότι κάποτε η δική μας κοινωνία και οι αμέσως προγενέστερες αυτοαποκαλούνταν δημοκρατικές. Ίσως πάλι όχι. Από ποιόν εξαρτάται όμως; Ο χρόνος που σταμάτησε στις πόλεις των κομμάτων θα αρχίσει άραγε να ξανακυλά;