Ο Οργανισμός Βορειοατλαντικού Συμφώνου διανύει μία περίοδο στρατηγικής μεταβολής, η οποία κρίθηκε απαραίτητη προκειμένου να αντιμετωπισθεί ένας «ανήθικος» εχθρός στην Μέση Ανατολή, μία εστία κινδύνου που όχι μόνο αναζωπυρώνεται διαρκώς αλλά και πυροδοτεί εμφύλιες διαμάχες στις γειτονικές χώρες.
Το ΝΑΤΟ επιδιώκει έναν ενισχυμένο ρόλο στη Μέση Ανατολή και συγκεκριμένα στην αντιμετώπιση της διεθνούς τρομοκρατίας και του ISIL. Στις τελευταίες συναντήσεις της Ατλαντικής Συμμαχίας η πρόθεση αυτή διατυπωθηκε και επίσημα, καθώς οι 28 χώρες μέλη της αποφάσισαν να ενταχθούν ως συμμαχία στον Διεθνή Συνασπισμό κατά του ISIL, υπό την ηγεσία των ΗΠΑ. Η στρατηγική σύνδεση με τις ΗΠΑ είναι δεδομένη, καθώς από την δημιουργία του, το ΝΑΤΟ σχετίστηκε άμεσα με τα πολιτικά και τα αμυντικά τους συμφέροντα, δεδομένου ότι ο λόγος δημιουργίας του ήταν η αντιμετώπιση της σοβιετικής απειλής. Γι' αυτό και τα μαθήματα του παρελθόντος τόσο στο Ιράκ όσο και στο Αφγανιστάν, δεν επιτρέπουν στην Βορειοατλαντική Συμμαχία πρακτικά έναν άμεσο ρόλο εμπλοκής στις ένοπλες συρράξεις, καθώς είναι ιδιαίτερα πιθανό να έχει τη τύχη των αμερικανικών επιχειρήσεων.
Πώς μπορεί επομένως να αποκρυσταλλωθεί η συμμετοχή του ΝΑΤΟ στην γεωγραφική περιφέρεια της Μέσης Ανατολής, με όρους μη επιχειρήσεων μάχης;
Η παρουσία του ΝΑΤΟ στη Μ.Α δεν είναι κάτι καινούριο, καθώς ήδη είναι εγκατεστημένα 13,000 στρατεύματα στο Αφγανιστάν, έπειτα από τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου, ενώ παράλληλα το ΝΑΤΟ εκπαιδεύει τις Αφγανικές δυνάμεις ώστε να διατηρήσουν την ασφάλεια μεταξύ των συνόρων τους, που απειλούνται από τις δυνάμεις διεθνούς τρομοκρατίας. Στην Β. Αφρική αλλά και στην Μ.Α, η Βορειοατλαντική συμμαχία ενισχύει διαρκώς της υποστήριξή της, με σκοπό την εξεύρεση συνεργατών στους σκοπούς της στις περιοχές αυτές, μέσω, inter alia, των στρατιωτικών ασκήσεων και της εκπαίδευσης του Ιρακινού στρατιωτικού προσωπικού, έτσι ώστε να δημιουργηθούν ανθεκτικές ομάδες άμυνας αλλά και θεσμοί ασφαλείας στις παραπάνω περιφέρειες.
Ο νέος του ρόλος του ΝΑΤΟ συνίσταται στην μορφή της συμμετοχής του στον Διεθνή Συνασπισμό κατά του ISIL (Global Coalition Against ISIL). Συγκεκριμένα, αυτή τη φορά επιδιώκεται η παρουσία της φωνής του ΝΑΤΟ στις συζητήσεις του Συνασπισμού, καθώς και στη διαδικασία λήψης αποφάσεων, σε θέματα που σχετίζονται με τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν για την αντιμετώπιση της τρομοκρατίας (counter-terrorism), την ενίσχυση της συλλογικής άμυνας αλλά και την βελτιστοποίηση της ανταλλαγής πληροφοριών.
Κομβική πρόκληση στο πλάνο αυτό, που έχει εγκριθεί σε επίπεδο πρεσβευτών των 28 χωρών μελών της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας, πρόκειται να αποτελέσει η αντίδραση ιδιαίτερα της Ρωσίας αλλά και της Τουρκίας, καθώς οι παραπάνω θα βλέπουν τα δυτικά συμφέροντα να συσπειρώνονται και να γιγαντώνονται, εις βάρος των ίδιων, ανατολικών πολιτικό-οικονομικών συμφερόντων.
Αυτό είναι και ένα από τα ζητήματα που θα κληθεί να αντιμετωπίσει και να διευθετήσει η βορειοατλαντική συμμαχία. Είναι γεγονός διπλωματικής αποτυχίας, πως κατά τον Ψυχρό πόλεμο ο στρατηγικός διάλογος μεταξύ Ρωσίας και ΗΠΑ ήταν πολύ πιο αυξημένος σε σχέση με σήμερα. Δεν είναι ύψιστης προτεραιότητας στην ατζέντα του ΝΑΤΟ, πάραυτα, η έλλειψη διαλόγου με την Ρωσία αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα στην εξεύρεση οποιασδήποτε στρατηγικής σύγκλισης και διατηρεί ανοιχτά επικίνδυνα μέτωπα για πολιτικές συγκρούσεις. Προκειμένου να υπάρξει η σύγκλιση αυτή, είναι απαραίτητη η εκατέρωθεν εμπέδωση της αντίληψης για την ασφάλεια. Μία τέτοια ελάχιστη κοινή βάση θα επιτρέψει, αφενός, σε κάθε πλευρά να διατηρήσει τις μεμονωμένες επιδιώξεις της στις χώρες της Μ.Α, ενώ θα θέσει, αφετέρου, τα ελάχιστα απαραίτητα θεμέλια για τη διαμόρφωση μίας αντιτρομοκρατικής στρατηγικής και μίας συνεργατικής πολιτικής στις υπηρεσίες πληροφοριών. Επομένως, σε πρώτο στάδιο, όσον αφορά τη Ρωσία, ένας ουσιαστικός διάλογος, μία ισχυρή αποτρεπτική πολιτική στις επεκτατικές βλέψεις της και μία συντονισμένη συλλογική άμυνα, είναι τα βήματα που πρέπει να γίνουν.
Μία ενισχυμένη φωνή του ΝΑΤΟ, άρα και των ΗΠΑ, στη συμμαχία κατά του ISIL, είναι επίφοβη, ωστόσο, πως θα ερμηνευθεί από τις ανατολικές, ευρασιατικές δυνάμεις ως μία προσπάθεια δυτικοποίησης ενός διαρκώς εντεινόμενου προβλήματος που δεν είναι ωστόσο, πρόβλημα μόνο του δυτικού κόσμου;
Τι εκφράζει, επομένως, η συμμετοχή του ΝΑΤΟ στη συμμαχία κατά του ISIL χωρίς επιχειρήσεις μάχης (non combat role);
Εκφράζει την θέληση του ΝΑΤΟ για απόκτηση καταλυτικού ρόλου στην έκβαση των διαδικασιών λήψης αποφάσεων για ενέργειες και μέτρα από τα μέλη της συμμαχίας, ενώ παράλληλα επισφραγίζει την συνέχεια της εκπαίδευσης τοπικών δυνάμεων διατήρησης ασφάλειας στις περιοχές της Μέσης Ανατολής. Ενισχύει και βελτιώνει την λειτουργία των αεροσκαφών επιτήρησης AWACS που παρέχονται από τον Οκτώβριο του 2016 για την επίβλεψη του εναέριου χώρου και τη συγκέντρωση πληροφοριών, χωρίς ωστόσο να εκφράζει την πρόθεση για στρατιωτική εμπλοκή, άρα και πιθανότητα ύπαρξης ανθρώπινων και υλικών απωλειών. Προϋπόθεση ωστόσο για την πραγματοποίηση των παραπάνω (και απαίτηση ζωτικής σημασίας για τις ΗΠΑ) αποτελεί ο δικαιότερος καταμερισμός των βαρών μέσα στη Συμμαχία και συγκεκριμένα, η αύξηση των αμυντικών δαπανών από τα μέλη του ΝΑΤΟ και η μεγαλύτερη οικονομική τους συνεισφορά σε αυτό. Χωρίς το παραπάνω βήμα, οι ΗΠΑ δήλωσαν πως δεν μπορούν να εγγυηθούν την δέσμευση τους για προστασία των μελών του ΝΑΤΟ.
Σε ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο περιβάλλον διεθνούς ασφάλειας και σε έναν αβέβαιο κόσμο, η απόφαση του ΝΑΤΟ για συμμετοχή στη συμμαχία κατά του ISIL στέλνει ένα ηχηρό πολιτικό μήνυμα ενότητας, συντονισμένης οργάνωσης αλλά και νομιμοποιημένης αποφασιστικότητας για καταπολέμηση της παγκόσμιας τρομοκρατίας.