krise

Δυστυχώς ή ευτυχώς ως λαός είμαστε όλοι φορείς μιας τραγικότητας αιώνων κυρίως προερχόμενης από την αδυναμία ξεκάθαρης οριοθέτησης και διασάφησης της ταυτότητάς μας. Τραγικότητα, στην οποία αν δεν δώσουμε ξεκάθαρες λύσεις και στέρεες απαντήσεις, οδηγούμαστε προσωπικώς και συλλογικώς στο μηδενισμό και στην αποσύνθεση. Ερχόμαστε από πολύ μακριά. Και εάν δεν καταλάβουμε την αξία και τη σημασία όλων αυτών που έχουν αποθησαυριστεί στις αποσκευές μας, το βάρος τους όχι απλώς μόνο θα μάς καθηλώσει, αλλά θα μάς καταποντίσει πλήρως.
Η πλοκή διχάζεται ανάμεσα σε δύο πρωταγωνιστές που τους ενώνουν δεσμοί αίματος, μα τους χωρίζουν πολλά. Ο Χάρης είναι συγγραφέας και πατέρας ενός κοριτσιού. Και οι δυο του ρόλοι όμως περνούν βαθιά κρίση καθώς η κοινωνία βυθίζεται στα θολά νερά της ανέχειας. Ο εγωκεντρισμός του τον οδηγεί χωρίς δεύτερη σκέψη στο Παρίσι, αποδεχόμενος μια καλή επαγγελματική πρόταση εκδοτικού οίκου. Η προσαρμογή του δεν θα είναι εύκολη υπόθεση, όμως η γνωριμία του με έναν άστεγο και αργότερα με μια γοητευτική Γαλλίδα θα αποτελέσουν το έναυσμα για να αγγίξει το όνειρο.
Πιστεύω ότι ένας από τους λόγους που φαλίρισε η Ελλάδα είναι γιατί για χιλιάδες ανθρώπους σαν κι εμάς, η Ελλάδα έκανε σημαντικές επενδύσεις, οι οποίες της ήταν εντελώς άχρηστες. Τις επενδύσεις αυτές, τις εκμεταλλεύτηκαν άλλες χώρες όπως ο Καναδάς, η Αμερική κλπ. Αντί λοιπόν να κατηγορούμε αυτούς τους ανθρώπους που μας σπούδασαν, σαν άχρηστους, τεμπέληδες κλπ, πιστεύω ότι είναι καλύτερα να βρούμε τρόπους να πληρώσουμε πίσω όλα αυτά τα δανεικά. Εξακολουθώ να πιστεύω ότι η ειρωνική, σαρκαστική, και σκληρη κριτική της πατρίδας, των προσώπων, των θεσμών και του Συντάγματος της Ελλάδος δεν ωφελεί σε τίποτα και ενδεχομένως βλάπτει το μέλλον της χώρας μας.
Δεν ξέρω εάν το αντιληφθήκατε. Αλλά το επάγγελμα του νοσηλευτή εξελίσσεται σε ένα από τα επαγγέλματα με τη μεγαλύτερη ζήτηση. Γεγονός που ήδη αντανακλάται στο μισθό αλλά και στις προσφερόμενες παροχές. Τουλάχιστον στις περισσότερες χώρες του εξωτερικού. Όχι στην Ελλάδα. Η αλήθεια είναι πως η συντριπτική πλειονότητα των Ελλήνων νοσηλευτών και των επαγγελματιών υγείας δεν θα ήθελαν να ξενιτευτούν. Άλλωστε, τίποτα δεν συγκρίνεται με το φως, τη θάλασσα και το χρώμα της Ελλάδας. Τίποτα; Ούτε οι ανθρώπινες συνθήκες εργασίας, ούτε οι καλύτερες προοπτικές εξέλιξης ούτε ακόμη ένας πολύ καλός μισθός; Η ερώτηση είναι μάλλον ρητορική.
Κάθε γενιά βγάζει τους δικούς τις ξεχωριστούς ανθρώπους. Κάθε γενιά βγάζει αυτούς που εκπέμπουν φως κι είναι πρόθυμοι να το μοιραστούν με τους γύρω τους. Πολλοί δε φαίνονται. Αυτό όμως συμβαίνει γιατί εμείς δε στρέψαμε ποτέ το βλέμμα πάνω τους. Αλήθεια, πόσοι θα ξέραμε σήμερα τον Καζαντζάκη, το Βαμβακάρη, τον Λαμπράκη και πόσοι θα είχαμε δεχτεί το φως τους αν δεν υπήρχαν στην εποχή τους οι άνθρωποι εκείνοι που άνοιξαν καρδιά και μυαλό κι αντιλήφθηκαν αυτό το ξεχωριστό κάτι σ' αυτούς τους ανθρώπους; Χρειάζονται πάντα οι άνθρωποι που θα δώσουν τα φώτα στο πνεύμα, στις τέχνες, στην κοινωνία, χρειάζονται όμως κι οι συλλογικότητες.